Ἀναζητῶ μιάν ἀκτή νά μπορέσω νά φράξω
μέ δέντρα ἤ καλάμια ἕνα μέρος τοῦ ὁρίζοντα.
Συμμαζεύοντας τό ἄπειρο, νάχω τήν αἴσθηση:
ἤ πώς δέν ὑπάρχουνε μηχανές
ἤ πώς ὑπάρχουνε πολύ λίγες.
ἤ πώς δέν ὑπάρχουνε στρατιῶτες
ἤ πώς ὑπάρχουνε πολύ λίγοι.
ἤ πώς δέν ὑπάρχουνε όπλα
ἤ πώς ὑπάρχουνε πολύ λίγα, στραμμένα κι αὐτά πρός τήν ἔξοδο
τῶν δασῶν μέ τούς λύκους.
ἤ πώς δέν ὑπάρχουνε ἔμποροι
ἤ πώς ὑπάρχουνε πολύ λίγοι σέ ἀπόκεντρα
σημεία τῆς γῆς ὅπου ἀκόμη δέν ἔγιναν ἀμαξωτοί δρόμοι.
Τό ἐλπίζει ὁ Θεός
πώς τουλάχιστο μές στούς λυγμούς τῶν ποιητῶν
δέν θά πάψει νά ὑπάρχει ποτές ὀ παράδεισος.
Νικηφόρος Βρεττάκος - Ένας μικρότερος κόσμος