Οἱ εὐαγγελικὲς περικοπὲς τῶν Κυριακῶν τοῦ Τριωδίου, ἔχουν μεταξύ τους ἕνα κοινὸ σημεῖο: παρουσιάζουν τὴν ἁμαρτία ὡς ἁμαρτία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Βλέπουμε τὸν Τελώνη νὰ πηγαίνει στὸν ναό, γιὰ νὰ ζητήσει συγνώμη καὶ νὰ ἀπευθύνεται στὸν Θεὸ λέγοντας: «ὁ Θεὸς ἰλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λκ. 18, 13). Ἐνῶ ὡς Τελώνης ἁμάρτησε ἔναντι τῶν συνανθρώπων του, συγχώρηση ζητάει πρωτίστως ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν χῶρο τοῦ ναοῦ.
Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἄσωτος: «ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν Σου καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός Σου» (Λκ. 15, 21.), λέει πρὸς τὸν πατέρα του. «Ὁ πρῶτος ἔναντι τοῦ ὁποίου ἁμάρτησα δὲν εἶσαι ἐσύ, ὁ πατέρας μου, ποὺ κατασπατάλησα τὴν περιουσία σου, ἀλλὰ εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ ὁποίου κατέχρανα τὴν εἰκόνα, λέρωσα καὶ σπίλωσα τὴν τίμια εἰκόνα μὲ τὴν ὁποία περιποιήθηκε τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ὑπόστασή μου».
Καὶ στὴν τρίτη παραβολή, τὴν παραβολὴ τῆς Κρίσεως, βλέπουμε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ νὰ λέει: «Ἐπείνασα καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με» Λκ. 15, 21 – «αὐτὸ ποὺ δὲν κάνατε στὸν συνάνθρωπό σας δὲν τὸ κάνατε σὲ μένα· στὸ πρόσωπο τοῦ ἀδελφοῦ εἶμαι ἐγώ, ἄρα ἡ ἁμαρτία σας εἶναι ἁμαρτία ποὺ ἀνάγεται σὲ ἐμένα».
Καὶ οἱ δικές μας ἁμαρτίες, ποὺ ἔχουν σὰν βάση τους τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία, τὴ φιληδονία, τὴ φιλοϋλία, τὴ φιλαργυρία, τὸν ὑλισμό, τὴν πνευματική μας μυωπία, εἶναι ἁμαρτίες ἐσωτερικές, ἁμαρτίες ποὺ τὶς ζοῦμε μέσα μας καὶ μᾶς τρῶνε τὰ σωθικά. Εἶναι ἁμαρτίες ποὺ καταστρέφουν καὶ καταβροχθίζουν τὶς σχέσεις μας μὲ τοὺς συνανθρώπους καὶ τοὺς ἀδελφούς μας. Ἀποτελοῦν ὅλες μαζὶ τὴ μία ἁμαρτία ποὺ διαπράττουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔβαλε τὴ σφραγίδα τῆς εἰκόνας Του, καὶ μᾶς ἔδωσε τὴ δυνατότητα νὰ φτάσουμε μὲ τὴ χάρι Του στὴν ὁμοίωσή Του. Κι ἐμεῖς ἀμαυρώσαμε καὶ τὸ κατ’ εἰκόνα καὶ τὸ καθ’ ὁμοίωση. Κι ἔτσι, ζοῦμε σ’ αὐτὴ τὴ ζωώδη κατάσταση τῆς καθημερινότητάς μας. Δὲν μεταμορφώνεται ὁ ἐαυτός μας, δὲν ἀναγεννᾶται, δὲν ζεῖ κάπως πιὸ πνευματικά.
Ὑπάρχουν ἄλλα δύο «συν-» τῆς «συν-χώρησης». Λέγεται στὸ βιβλίο τοῦ Δευτερονομίου (καὶ περιγράφεται ἀναλυτικὰ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόδημο) πὼς σὲ αὐτὸ τὸν ἀγώνα ποὺ κάνουμε, ζητοῦμε καὶ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν συμπαράσταση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ἡ δική μας αἴτηση συγνώμης ἀπὸ Αὐτὸν, Τὸν καθιστᾶ «συνεκπολεμούντα» (Δευτ. 1, 30.) μαζί μας – αὐτὸς νὰ πολεμᾶ γιὰ ἐμᾶς καὶ νὰ φέρνει σὲ πέρας τὸν δικό μας ἀγώνα.
Κι ἀκόμη παραπάνω, ἔχουμε ἀνάγκη νὰ γινόμαστε «συμπορευόμενοι» μὲ Αὐτόν. Ὄχι νὰ συμπορεύεται ὁ Θεὸς στὸν δικό μας ἀγώνα –αὐτὸ εἶναι τὸ προηγούμενο– ἀλλὰ νὰ συμπορευόμαστε ἐμεῖς στὴν δική Του πορεία καὶ ὁδό. Τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων θὰ ψάλλουμε: «συμπορευθῶμεν Αὐτῷ καὶ συσταυρωθῶμεν καὶ νεκρωθῶμεν δι’ Αὐτὸν ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς». Αὐτὴ ἡ συγχώρηση ποὺ θὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν Θεό, θὰ μᾶς δώσει μὲν τὴν αἴσθηση ὅτι στὸν ἀγώνα μας καὶ στὴν πορεία μας εἶναι καὶ Αὐτὸς συνοδοιπόρος, ἀλλὰ ταυτόχρονα θὰ μᾶς ὁδηγήσει καὶ στὸ νὰ μπορέσουμε κι ἐμεῖς νὰ πορευθοῦμε τὴ δική Του ὁδό· νὰ συσταυρωθοῦμε, νὰ ζήσουμε τὸ πάθος Του, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ συζήσουμε μαζί Του καὶ νὰ συναναστηθοῦμε.
Νικόλαος Μεσογαίας, "Ἀπό τό καθ' ἡμέραν στό καθ' ὁμοίωσιν".