Η ΦΙΛΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΟ ΕΝΤΙΜΗ ΕΚΔΟΧΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ...

Από το βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη, Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης, εκδ. Ψυχογιός, 2008.

Η φιλία είναι η πιο έντιμη εκδοχή της αγάπης. Γι' αυτό και είναι τόσο στιλπνή, τόσο ικανοποιητική. Σαν χιόνι αφράτο, φρέσκο και πεντακάθαρο, προβάλ­λει αμέσως κάθε σκουπιδάκι που πέφτει πάνω της, κάθε βρόμικο βήμα. Πηγαίνουμε προς αυτήν από ηθικό ανάστημα και για ηθικό ανάστημα. Από γενναιόδωρη και θαρραλέα ωριμότητα. Ακόμη και τα μικρά παιδιά, στις πραγματικές φιλίες τους φέρονται ώριμα, ασκού­νται και παιδαγωγοΰνται απ' της φιλίας τις αξιώσεις.

Πάντα διαβάζω με συγκίνηση στο Ευαγγέλιο για τον Ιησού που λέει στους μαθητές Του: «Εσείς είστε οι φίλοι μου...» Αργότερα, στον Μυστικό Δείπνο και λίγο πριν ξεκινήσουν για πέραν τον χειμάρρου των Κέδρων προς το μαρτύριο των Παθών, να απευθύνεται στον Πατέρα και να Του λέει: «Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανένας απ'αυτούς δε χάθηκε, παρά μόνο ο άνθρω­πος της απώλειας ...». Όχι την ανθρωπότητα όλη, όχι τον κόσμο όλο ως Θεάνθρωπος, αλλά τούτους προσω­πικά τους δώδεκα, τους έντεκα μάλλον, τους φίλους Του. Από το προσωπικό και συγκεκριμένο πηγαίνουμε προς το παγκόσμιο, δεν υπάρχει άλλη πύλη. Κι αν γεν­νάμε δικό μας παιδί είναι για να γνωρίσουμε πάνω του, με τον καημό του, τις αγωνίες του, την αυτοθυσία που μας εμπνέει, τι είναι αγάπη για τον άλλο άνθρωπο. Δίχως τούτη την οδύνη, την προσωπική, την συγκεκριμένη προς τούτο το δικό μας παιδί, δεν καταλαβαίνουμε τι εννοεί ο Εσταυρωμένος Χριστός αγάπη.


Μόνο με ψυχικό μεγαλείο αξίζει να ζει κανείς μια ζωή. Αλλιώς, το πέρασμα του απ' τον κόσμο θα παραπαίει σαν μισοξεφούσκωτο μπαλόνι ανάμεσα στα σκου­φιά ενός τελειωμένου καρναβαλιού. Θα μοιάζει με τις αξιοθρήνητες αφίσες των υποψηφίων που δεν εκλέχθηκαν τελικά, ξεθωριασμένες απ' τη βροχή, την επομένη των εκλογών. Στη φιλία τα μέρη είναι ισότιμα, ισότιμα με την υπερβατική έννοια, όπου ο καθένας αισθάνεται -χωρίς μειονεξία αλλά με εκτίμηση - ανώτερο τον άλ­λο. Το έχω ξαναπεί πως από όλους τους αμφίβολους ορι­σμούς της αγάπης - αν υπάρχουν τέτοιοι - έχω ξεχωρί­σει έναν, αυτόν που λέει: Αγαπώ όταν βάζω τις ανάγκες εκείνου που αγαπώ πάνω από τις δικές μου ανάγκες.

«Καλά», θα αντιδράσει κάποιος, «δεν είναι ανθρώ­πινο να ζητάς αμοιβαιότητα στις αγαπητικές σχέσεις; Είναι κακό να μην επιτρέπεις να σε εξαπατούν, να σε εκμεταλλεύονται;» Ασφαλώς και όποιος αγαπά δεν αντέ­χει να είναι ο αγαπημένος του φίλος εκμεταλλευτής, δε δέχεται να έχει φίλο κίβδηλο. Τότε, αν διαπιστώσει κά­τι τέτοιο, τινάζει και τον κονιορτό των υποδημάτων του και φεύγει. Γιατί δεν πρόκειται εδώ για διαφωνία, για αλλιώτικη άποψη, για ανθρώπινα λάθη που συζητιού­νται και συγχωρούνται, αλλά για προδοσία. Άλλο τσακώνομαι, άλλο προδίδομαι. Έχει σημασία η διάκριση του τι από τα δύο συμβαίνει στις απογοητεύσεις μας. Και τότε δεν είναι πως φεύγουμε γιατί έτσι αποφασίσα­με, αλλά επειδή η ίδια η καρδιά μας έφυγε αυτόματα απ' όπου ένιωσε προδοτική παγωνιά. Από ενστικτώδη νόμο, όπως τα αποδημητικά πουλιά το χειμώνα, φεύ­γουμε. Πρώτα φεύγει η καρδιά, μετά εμείς νιώθουμε άσχημα, δύσκολα, και, τέλος, τα πόδια μας, τα παπού­τσια μας, ξεκινούν —θέλουμε δε θέλουμε— να φεύγουν. Είναι πράξη αγάπης να φεύγουμε κάποιες φορές.

Η τιμιότητα και η δικαιοσύνη αποτελούν στοιχειώδη αιτήματα της ψυχής. Η ζυγαριά του είναι, που εδώ ονο­μάζουμε και συνείδηση, με την έννοια της ευσυνειδησίας, θέλουμε δε θέλουμε, κάνει τη δουλειά της με την ακρί­βεια μάλιστα της υπερευαίσθητης ζυγαριάς του χρυσο­χόου. Και δεν είναι εγωισμοί αυτά· είναι, είπαμε, η φυσι­κή δικαιοσύνη της πνοής δικαίου εντός μας. Του αδέκα­στου, σπλαχνικού κριτή που μας φύσηξε την πνοή του.

Ασφαλώς όταν ζούμε τη φιλία, κάτι μέσα μας αποζη­τά το χάδι της ανταπόδοσης, τον καθησυχασμο της συ­μπόνιας, της συμμετοχής και την εμπιστοσύνη της λεβε­ντιάς. Αυτό όμως θα συμβεί και θα μας προσφερθεί εκ των πραγμάτων κι όχι γιατί αγωνιζόμαστε να το εκμαιεύ­σουμε, όχι γιατί το απαιτούμε. Η αμοιβαιότητα θα είναι σίγουρα εκεί, όχι γιατί την εκβιάζουμε, αλλά γιατί είναι στη φύση της καλής σχέσης.

Η αγάπη, ανάμεσα σε υγιείς προσωπικότητες, είναι μόνο αμοιβαία. Ας μη ζητάμε όμως να είναι αμοιβαίες και οι προσφορές. Η υπέρβαση της ανταμοιβής είναι μεγάλη ελευθερία και, είπαμε, είναι οι ελεύθεροι και οι δυνατοί που αξιώνονται τις δυνατές σχέσεις, τα μεγάλα αισθήματα. Ας θυμόμαστε τον Γέροντα Παΐσιο να λέει: αν δώσεις στον άλλον ένα αμπέλι, αμέσως να το ξεχά­σεις. Αν όμως εκείνος σου χαρίσει ένα τσαμπί σταφύλι απο το αμπέλι που του χάρισες, μην το ξεχάσεις ποτέ.