...«Με τίποτε από ο,τι υπάρχει στον κόσμο δεν μπορεί κανείς να συγκρίνει ένα πιστό φίλο, και το κάλλος του δεν έχει όρια». «Ο πιστός φίλος είναι ισχυρά προστασία» (Σοφ. Σολ. ς’ 14-15) και βασίλειο οχυρωμένο. Ο πιστός φίλος είναι έμψυχος θησαυρός. Ο πιστός φίλος είναι πολυτιμότερος από χρυσάφι και από πολλούς πολυτίμους λίθους. Ο πιστός φίλος είναι κήπος περιφραγμένος και πηγή σφραγισμένη, τα οποία ανοίγουν πότε-πότε για να τα επισκεφθεί και να τα απολαύσει κανείς. Ο πιστός φίλος είναι λιμάνι αναψυχής. Αν δε είναι και πιο συνετός, πόσον καλύτερο είναι αυτό; Εάν δε είναι και πολύ μορφωμένος και διαθέτει παντοειδή μόρφωση, την δική μας λέω και εκείνη η οποία ήταν κάποτε δική μας, πόσο καλύτερο είναι αυτό; Εάν δε και υιός του φωτός (Ιωάν. ιβ’ 36, Εφεσ. ε’ 8), η άνθρωπος του Θεού (Δ’ Βασιλ. α’ 9), η άνθρωπος ο οποίος προσεγγίζει τον Θεό (Ιεζεκιήλ μγ’ 19), η έχει ανώτερες, πνευματικές επιθυμίες (Δαν. θ’ 23), η είναι άξιος να φέρει ένα χαρακτηρισμό από εκείνους με τους οποίους τιμά η Γραφή τους ενθέους και υψηλούς, οι οποίοι ανήκουν σε ανώτερη τάξη, γεγονός που αποτελεί ήδη δώρο του Θεού και είναι σαφώς ανώτερο από την δικήν μας αξία».
«Εφαίνετο να έχουμε οι δύο μας μία ψυχή που κατοικούσε σε δύο σώματα. Τότε πλέον γίναμε τα πάντα ο ένας για τον άλλο, ομόστεγοι, ομοτράπεζοι, συμφυείς, αποβλέποντες στο ίδιο και πάντοτε αυξάνοντας ο ένας τον πόθο του άλλου, ώστε να γίνη θερμότερος και μόνιμος».
...«Οι σωματικοί έρωτες, καθώς αφορούν τα πράγματα που περνούν, περνούν κι εκείνοι όπως τα εαρινά λουλούδια. Ούτε η φλόγα μένει, όταν τα ξύλα τελειώσουν, αλλά χάνεται μαζί με αυτά που την τρέφουν, ούτε ο πόθος υπάρχει, όταν το προσάναμμα σβήση. Οι θείοι όμως και φρόνιμοι έρωτες, επειδή αναφέρονται σε κάτι σταθερό, γι αυτό ακριβώς είναι μονιμώτεροι και όσο περισσότερο παρουσιάζεται το κάλλος τους, τόσον περισσότερο συνδέουν τους εραστές με αυτό και μεταξύ τους. Αυτός είναι ο νόμος του ιδικού μας έρωτος».
...«Κοινή επιδίωξη και των δύο η αρετή και η συμμόρφωση της ζωής μας προς τις μελλοντικές ελπίδες... Την επιδίωξη αυτή έχοντας μπροστά μας κατευθήναμε την ζωή μας ολόκληρη και κάθε ενέργειά μας· μας οδηγούσε η εντολή και ακονίζαμε ο ένας στον άλλον την αρετή μας και είμαστε, αν δεν είναι υπερβολικό να το πω, ο ένας για τον άλλο κανόνας και μέτρο, με τα οποία διακρίνεται το ορθό και το μη ορθό».
...«Από τους σπουδαστές μας συναναστρεφόμαστε, όχι βέβαια τους πιο ανήθικους αλλά τους πιο φρόνιμους· ούτε τους πιο εριστικούς αλλά τους πιο ειρηνικούς και εκείνους που η συναναστροφή τους ήταν πιο ωφέλιμη. Διότι γνωρίζαμε ότι είναι ευκολώτερο να λάβεις την ασθένεια παρά να χαρίσεις την υγεία. Και στα μαθήματα φθάσαμε να χαιρόμαστε όχι με τα πιο ευχάριστα αλλά με τα πιο ωφέλιμα. Επειδή και από αυτά οι νέοι συμμορφώνονται προς την αρετή η την κακία».
...«Αγωνιζόμαστε και οι δυό, όχι ποιός να έχει ο ίδιος το πρωτείο, αλλά πως να το παραχωρήσει στον άλλο· την πρόοδο ο ένας του άλλου την θεωρούσαμε δικήν μας… πρέπει να πεισθήτε ότι ζούσαμε ο ένας μέσα στο είναι του άλλου και δίπλα στον άλλο»....«Το ωραιότερο είναι ότι σχηματίσθηκε από εμάς μία αδελφότητα που εκείνος διαμόρφωνε και κατηύθυνε ως αρχηγός με κοινές ικανοποήσεις, μολονότι εγώ έτρεχα πεζός δίπλα σε άρμα Λυδικόν, όπου και όπως πήγαινε εκείνος».
...«Φαινόταν να έχουμε οι δύο μας μία ψυχή που κατοικούσε σε δύο σώματα. Τότε πλέον γίναμε τα πάντα ο ένας για τον άλλο, ομόστεγοι, ομοτράπεζοι, συμφυείς, αποβλέποντες στο ίδιο, και πάντοτε αυξάνοντας ο ένας τον πόθο του άλλου, ώστε να γίνει θερμότερος και μόνιμος».
... «Έτσι άρχισε η φιλία μας, καθώς με το πέρασμα του καιρού ομολογήσαμε τον πόθον μας ο ένας εις τον άλλον και ότι αυτό που μας ενδιέφερε ήταν η φιλοσοφία, τότε πλέον γίναμεν τα πάντα ο ένας για τον άλλο».
...«Τίποτε, νομίζω δεν αξίζει, αν δεν οδηγεί στην αρετή και δεν κάνει καλύτερους όσους ασχολούνται με αυτό. Για τους άλλους υπάρχουν διάφορες ονομασίες η από τον πατέρα η από την οικογένεια η από το επάγγελμα και τις πράξεις τους. Εμείς όμως έχουμε το μεγάλο προσόν και όνομα να είμαστε και να λεγόμαστε χριστιανοί. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη καύχηση για μας».
...«Αυτά μας έκαναν να γίνουμε γνωστοί στους δασκάλους και τους συναδέλφους μας, γνωστοί σε όλη την Ελλάδα, και μάλιστα στους πιο επιφανείς Έλληνες. Είχαμεν πλέον ξεπεράσει τα σύνορα της Ελλάδας, όπως έγινε σαφές από διηγήσεις πολλών».