Ένα σημαντικό κείμενο από τον αδελφό μας (ψυχίατρο) Μ. Σ. Ψαρά,
που αναδημοσιεύουμε από το blog του,
Διαβάστε το με προσοχή, μέχρι το τέλος.
Α
Ο τόπος και ο χρόνος είναι τα περιοριστικά
μεγέθη που πρέπει να υπερβεί το πνεύμα, για να βιώσει ο άνθρωπος την ψυχική
υγεία.
Η έννοια της ψυχικής υγείας
είναι πολύ βαθύτερη και ουσιαστικότερη, από την απλή έλλειψη αναγνωρίσιμης
ψυχοπαθολογίας οποιασδήποτε μορφής.
Ψυχικά υγιής είναι εκείνος
που τείνει να έχει ολοκληρωμένη προσωπικότητα, με φανερές στη συμπεριφορά
του, τη δημιουργικότητα και την ευθυκρισία, τη χαρά και την αγάπη,
τη σοφία και τη μετριοφροσύνη. Η απόλυτη ψυχική υγεία όμως, είναι
μια κατάσταση ιδεατή. Στα μέτρα της κοινωνίας μας, η πρακτική των συμβιβασμών
θεωρεί σαν υγιές και φυσιολογικό αυτό που υποδεικνύουν οι στατιστικές,
δηλαδή ό,τι επικροτεί η πλειοψηφία.
Ωστόσο, αν κάποιος ενδιαφέρεται
για την «ταυτότητα» της προσωπικότητας
του και θέλει να ερευνήσει στη ζωή του τις πραγματικές δυνατότητες του
στην προσέγγιση του πρότυπου της ψυχικής ισορροπίας, θα πρέπει να ξεκινήσει
με την κατανόηση μερικών βασικών εννοιών, που θα αποτελέσουν και
τα θεμέλια των όσων επιδιώκει.
Το «εδώ και τώρα», έχει χρησιμοποιηθεί
κατ’ επανάληψη από ψυχιάτρους και ψυχολόγους στις ψυχοθεραπευτικές
τους μεθόδους. Και δίκαια, γιατί πρόκειται για τις δυο έννοιες, του τόπου
και του χρόνου, που όσο παραμένουν αδιευκρίνιστες και απροσδιόριστες,
αποτελούν εστίες ανάπτυξης παρερμηνειών, υποκειμενικών αδιεξόδων
και αυθαίρετων συμπερασμάτων. Γι’ αυτό άλλωστε και λέμε για κάποιον
που πελαγοδρομεί, πως βρίσκεται «εκτός τόπου και χρόνου».
Το «εδώ» κατ’ αρχήν, σαν έννοια με ψυχολογικές επιπτώσεις,
δεν αναφέρεται μόνο στον τόπο και στη σχέση μας μ’ αυτόν και τους γύρω
μας, αλλά και σε όλα τα δεδομένα, εσωτερικά και εξωτερικά, που ισχύουν
και μας επηρεάζουν μια συγκεκριμένη στιγμή. Είναι απαραίτητο για
την ψυχική μας σταθερότητα να έχουμε σαφή αντίληψη των γεγονότων, των καταστάσεων και των σχέσεων
μας μ’ αυτά. Όχι απαραίτητα πλήρη γνώση, αλλά σαφή αίσθηση των ρόλων
και των υποχρεώσεων μας (που πηγάζουν από τα γεγονότα και τις καταστάσεις),
απέναντι στον εαυτό μας και στα πρόσωπα που επηρεάζουν οι ενέργειες
μας.
Σαφής αντίληψη των δεδομένων
ωστόσο, δεν σημαίνει το να έχουμε ξεκαθαρίσει ποια πράγματα και πόσο
μας ενοχλούν. Αυτό είναι άρνηση του τόπου, άρνηση του να δούμε πού βρισκόμαστε. Αντίληψη του «τόπου»,
σημαίνει αποδοχή της πραγματικότητας
των υφιστάμενων συνθηκών. Τα δεδομένα της κάθε στιγμής, θα είναι
αποτελέσματα ή συνέπειες δικών μας ενεργειών, οπότε και η ελάχιστη
υπευθυνότητα από μέρους μας, απαιτεί την άμεση αποδοχή και αντιμετώπιση
τους ή γεγονότα που μας επηρεάζουν, αλλά δεν εξαρτώνται από μας, οπότε
ασφαλώς είναι παράλογο το να δυσανασχετούμε στην προοπτική της αποδοχής
τους. Όσο κι αν τα δεδομένα συγκρούονται και στις δύο περιπτώσεις με
τις δικές μας επιθυμίες, θα πρέπει για να διατηρήσουμε την εσωτερική
μας ισορροπία, να έχουμε πρόσφορη την ωριμότητα ομαλής προσαρμογής μας στις νέες συνθήκες
που έχουν διαμορφωθεί.
Οι έννοια των "δεδομένων",
είναι ακριβώς αυτή που εκφράζει η λέξη. Είναι τα "δοσμένα", με όποιον τρόπο κι
αν είναι αυτός. Η ορθή αντιμετώπιση και βάση των μελλοντικών ενεργειών
μας, είναι η κατ' αρχήν αποδοχή τους. Όχι απαραίτητα η έγκριση ή η
υποταγή μας σ’ αυτά, αλλά «η αποδοχή
της ύπαρξης τους». Τότε, μπορούμε να μεθοδεύσουμε χωρίς άγχος εκείνους
τους τρόπους δράσεως που θα κρίνουμε πιο κατάλληλους (προσαρμοστικούς
ή αντιδραστικούς), για να ανταποκριθούμε με συνέπεια στα πιστεύω μας.
Η συνειδητοποίηση της ύπαρξης των γεγονότων επομένως, χωρίς
εγωκεντρικές αντιστάσεις, χωρίς δυσαρέσκεια, υστερικές αρνήσεις,
μάταιη κριτική και επίρριψη ευθυνών σε τρίτους (που συνήθως μας κατακλύζουν
όταν ματαιώνονται οι επιθυμίες μας και απειλούνται οι συνήθειες μας),
είναι το πρώτο και βασικό βήμα για έναν ισορροπημένο ψυχισμό, χωρίς
άγχος και ενοχές. Το να γνωρίζει και να αναγνωρίζει (δέχεται) κάποιος,
το πού βρίσκεται, είναι το ίδιο
σημαντικό με την τοποθέτηση του και τη σχέση του στον χρόνο, όπου επίσης είναι απαραίτητο
να έχει ξεκαθαρισμένες τις έννοιες των σχετικών ορισμών, για να καθορίσει
ανάλογα τη στάση του στη ζωή.
Β
Η ζωή στον φυσικό κόσμο είναι
μια χρονική διαδρομή, αλληλοδιαδοχής γεγονότων.
Άλλοτε γεμίζουμε τον χρόνο μας
συμμετέχοντας με δικές μας ενέργειες, άλλοτε η συμμετοχή μας περιορίζεται
στην παρακολούθηση ενεργειών άλλων Υπάρχουν και κάποιες φορές που
η ψυχολογία μας της στιγμής, αποσυντονίζεται από τον χρόνο και αφηνόμαστε να ξεφύγουμε συναισθηματικά
προς το παρελθόν ή το μέλλον. Αποσύρουμε δηλαδή το συναίσθημα μας και
απουσιάζομε από το παρόν. Αυτό μας συμβαίνει πολλές φορές απρογραμμάτιστα,
σαν να κάνουμε ένα διάλειμμα στην αντιμετώπιση των ευθυνών μας, να
παίρνουμε μια άτυπη άδεια από τις υποχρεώσεις μας, να βάζουμε για λίγο
σε μια παρένθεση τη ζωή μας. Γιατί το
συναίσθημα, όταν δεν αντλεί άμεση ικανοποίηση από το παρόν, την αναζητά
με όχημα τη φαντασία, αλλού.
Όμως δεν μπορούμε να ζήσουμε το μέλλον, αφού δεν ήρθε ακόμα, αλλά
ούτε και το παρελθόν αφού έχει περάσει. Έτσι τις ώρες εκείνες, «ζούμε»
στη φαντασία μας το μέλλον και το παρελθόν, εντάσσοντας τα στο παρόν πλασματικά,
με τις διαδικασίες μιας συνειρμικά αυτοματοποιημένης παθητικής
απεικόνισης (ονειροφαντασίες, ονειροπολήσεις και φαντασιώσεις).
Αντίθετα, η ενεργητική αξιολόγηση
και αξιοποίηση στοιχείων του παρελθόντος (ανάμνηση και ιστορία)
ή η ενεργητική επεξεργασία δεδομένων του παρόντος, που τα προβάλουμε
στο μέλλον με τη δημιουργική φαντασία (σχεδιασμός και προοπτική) είναι ενέργειες που συμβαίνουν στο παρόν
και χαρακτηριστικές μιας υγιούς προσωπικότητας.
Η δυνατότητα μας να «ζούμε»,
περιορίζεται μόνο στο παρόν, το «τώρα». «Παρόν», στη συνείδηση μας είναι μόνο η κάθε στιγμή, που ακολουθεί την προηγούμενη
και την διαδέχεται η επόμενη, στη συνεχή ροή του χρόνου και συνειδητοποιούμε
τη στιγμή αυτή, στο μέτρο που συμμετέχουμε
συναισθηματικά στα όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της.
Το παρόν καταγράφεται στη συνείδηση
και στη μνήμη μας, ανάλογα με τη φόρτιση της στιγμής. “Στιγμές” ευτυχίας
ή οδύνης, τραυματικές ή πληρότητας, με ιδιαίτερη ένταση φορτισμένες
συναισθηματικά, εντυπώνονται ανεξίτηλα στη (συναισθηματική) μνήμη,
επηρεάζουν τον χαρακτήρα και μπορούν
να τροποποιήσουν την προσωπικότητα μας.
Το «τώρα», μπορούμε να το προσδιορίσουμε σαν ένα σύνολο στιγμών
ικανής διάρκειας, ώστε να περιλαμβάνει μια συγκεκριμένη ενέργεια.
Το «σήμερα» αντίστοιχα, η κάθε
μέρα μας, περιλαμβάνει στη διάρκεια του και τις τρεις έννοιες –παρελθόν,
παρόν και μέλλον-, αλλά το παρελθόν είναι ακόμα εντελώς πρόσφατο και
το μέλλον άμεσα επερχόμενο. Έτσι η σημερινή μέρα, που μπορεί να αποτελέσει
την περισσότερο πρόσφορη χρονική μονάδα ζωής, εμπεριέχει κατά κάποιον
τρόπο και την έννοια της αιωνιότητας.
Η ημέρα, μπορεί να οριοθετηθεί στην αντίληψη του καθενός
διαφορετικά, σαν ημερομηνία, σαν 24ωρο ή σαν τη χρονική απόσταση
από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου. Συνήθως ο χρόνος μιας ημέρας, έχει
διάρκεια κατανοητή από τους περισσότερους στην καθημερινότητα μας,
σαν το διάστημα από την πρωινή αφύπνιση μέχρι τον επόμενο νυχτερινό
ύπνο, όσο δηλαδή μπορούμε να ενεργούμε συνειδητά.
Οι ενέργειες, είναι το απαραίτητο στοιχείο της ζωής, που
μας συνδέει (μας παρέχει την αίσθηση συμπόρευσης) με τον χρόνο, μας διατηρεί
σε εγρήγορση στο παρόν και μας δίνει
έτσι την ευκαιρία να συνειδητοποιούμε τις εμπειρίες μας. Ενεργώντας, φυσικά ή πνευματικά, παραμένουμε
συντονισμένοι στον ρυθμό του χρόνου, συμμετέχουμε στη ζωή, είμαστε
παρόντες. Η αδράνεια, η απραξία, η ανία, η ακηδία και τα αρνητικά
συναισθήματα, μας αποσύρουν από την «τρέχουσα» ζωή και μας υποβιβάζουν
σε αμέτοχους (παθητικούς ή εμπαθείς) θεατές της.
Συχνά στη συνείδηση μας, ταυτίζουμε
τις έννοιες του τώρα και του σήμερα. Η εννοιολογική άμβλυνση του «τώρα»
και η διεύρυνση του στον χώρο του
«σήμερα», μας παρέχει άνεση στον προγραμματισμό των ενεργειών, μας
αποφορτίζει από το άγχος του «επείγοντος» και της αίσθησης «συσσώρευσης
εκκρεμοτήτων» και το μέλλον αποκτά έτσι ευκρινέστερη ορατότητα,
προοπτική και δυνατότητα σχεδιασμού.
Γ
Ο σχεδιασμός αφορά στο μέλλον.
Ο προγραμματισμός, στο σήμερα.
Εφαρμόζοντας στην πράξη το πρόγραμμα
των ενεργειών της κάθε μέρας, η βούληση [που ενέκρινε και αποδέχθηκε
τον προγραμματισμό] ηγείται των ενεργειών μας, το συναίσθημα τις κινητοποιεί
με τον ενθουσιασμό της προσδοκίας του αποτελέσματος και η νόηση συμμετέχει,
παρέχοντας γνώση και λύσεις.
Συνειδητή παρουσία μας στο τώρα, σημαίνει την ενεργό βουλητική,
συναισθηματική και νοητική συμμετοχή μας, στην κάθε στιγμή της ημέρας.
Τότε, ζούμε το παρόν. Μια υγιής προσωπικότητα
έχει την ικανότητα να ζει συνεχώς στο παρόν. Όσο λιγότερο «υγιής»
είναι η προσωπικότητα, τόσο μεγαλύτερη είναι και η τάση της να απομακρύνεται
από την πραγματικότητα, να συμμετέχει λιγότερο στο παρόν και σαν συνέπεια,
να έχει περιορισμένη αντίληψη της ζωής.
Όταν η βούληση για πολλούς λόγους
υπολειτουργεί, το συναίσθημα μένει αντίστοιχα ακάλυπτο και προβάλει
ανάγκες αναπλήρωσης (επιθυμίες), που απαιτεί να εκπληρωθούν.
Στην πραγματικότητα είναι το αίσθημα μοναξιάς, δηλαδή μειωμένης κοινωνίας που δημιουργεί
τις ψυχολογικές ανάγκες και την κυμαινόμενη δυσθυμία.
Ο εκτεθειμένος στα αγχογόνα
ερεθίσματα εαυτός μας τότε, για να μην παραμένει συνεχώς σε ένα δυσάρεστο
παρόν, που δεν του παρέχει ικανοποιήσεις και μη έχοντας τη δυνατότητα
να αλλάξει τις συνθήκες του περιβάλλοντος, είναι πιθανό να στραφεί στον
χώρο των αναμνήσεων. Θα αναζητήσει εκεί, μια προσωρινή έστω αποδυνάμωση
στο πρόβλημα, ανατρέχοντας σε εποχές «ευτυχέστερες». Ένα τέτοιο διάλειμμα
νοητικής αναπαράστασης του παρελθόντος, μπορεί να εμπλουτιστεί και
με πλασματική αντικατάσταση ορισμένων ανεπιθύμητων στοιχείων,
με άλλα περισσότερο αποδεκτά.
Άλλοτε, το πρόβλημα επιτείνεται
από τη φυγή αυτή, γιατί μας εκτρέπει συνειρμικά στην αναβίωση ψυχοτραυματικών εμπειριών,
που κάποτε την επιζητούμε οι ίδιοι σαν αυτοτιμωρία (εξιλέωση σε
υποβόσκουσες ενοχές), με την εμμονή προσκόλλησης της μνήμης μας, με
παθολογικούς ψυχολογικούς μηχανισμούς, σε οδυνηρές εικόνες του παρελθόντος,
Η αναβίωση αυτή, ελεγχόμενη
ή καθοδηγούμενη ψυχαναλυτικά από έναν υγιή και έμπειρο ψυχοθεραπευτή,
μπορεί να οδηγήσει σε αποφόρτιση παλαιών οδυνηρών καταγραφών και
σε λύση εγκατεστημένων προβληματικών αδιεξόδων. Οπωσδήποτε, υπάρχει
ο κίνδυνος της εμπλοκής σε ανακύκλωση παθολογικών επαναλήψεων και
σε επίταση των ανάλογων συναισθηματικά φορτισμένων συμπεριφορών,
μέσα από την ανατροφοδότηση των αρνητικών μηνυμάτων.
Η ανάγκη διαφυγής μπορεί
να στραφεί φυσικά και προς τα εμπρός,
σε αυτοσχέδια σενάρια για το μέλλον, που να ανταποκρίνονται στις επιθυμίες
που προβάλλει απαιτητικά το συναίσθημα. Η φαντασία, υποκαθιστά και
πάλι την πραγματικότητα. Η φυγή αυτή, προσφέρει μια μετέωρη ευφορία
χωρίς διάρκεια και εξαντλείται αφήνοντας το συναισθηματικό κενό της
απουσίας μας από τη ζωή, να αναπαράγει την ανάγκη μας για ικανοποίηση
και να μας οδηγεί ξανά προς την άρνηση της ζωής.
Παράλληλα με τις αναπολήσεις
των αναμνήσεων και τις φαντασιωσικές περιπλανήσεις, στην ίδια λανθασμένη
κατεύθυνση μπορεί να οδηγήσει και η κακή χρήση του Διαδικτύου, με
τον εθισμό της πρόσδεσης μας σε μια εικονική
πραγματικότητα περισσότερο ευχάριστης και λιγότερο απαιτητικής.
Προς όποια κατεύθυνση και να στραφούμε όμως, οι συνέπειες της
απουσίας από το «τώρα», θα είναι το ίδιο βλαβερές. Στο παρόν,
θα παραμείνει τραγικά εγκαταλειμμένο για να μας αντιπροσωπεύει «απρόσωπα»
και ανεξέλεγκτα, το ασυνείδητο.
Τότε, το ποσοστό ανενέργειας της βούλησης αναπληρώνεται από τις ενστικτώδεις
παρορμήσεις προς ικανοποίηση των επιθυμιών, η έλλειψη συναισθηματικής
επένδυσης στη τρέχουσα ζωή, προσθέτει ένταση, άγχος και κατάθλιψη
και η δημιουργική σκέψη στρέφεται στους μηχανισμούς αυτοάμυνας,
της εκλογίκευσης (ότι μου συμβαίνει,
οφείλεται σ’ αυτές τις λογικοφανείς αιτίες), της προβολής (δεν φταίω εγώ που βρίσκομαι σ’ αυτή τη θέση, αλλά
οι άλλοι) ή σε κάποιες περιπτώσεις, της απώθησης και της πλήρους άρνησης
συγκεκριμένων γεγονότων, σε μια μάταιη αναζήτηση συναισθηματικής
εξισορρόπησης.
Το αποτέλεσμα είναι να περνά
η ζωή, χωρίς να τη ζούμε και αυτό απεικονίζει σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργική
αδράνεια της βούλησης. Περιοριζόμαστε σε μια παθητική κατάσταση
ύπνωσης και προσπαθούμε να αντεπεξέλθουμε
στην προσωπική ή την κοινωνική μας ζωή,
επιστρατεύοντας -υπό πίεση- όσες ψυχικές εφεδρείες μας απομένουν,
στο να ξεδιπλώνουμε ανεκτά για τους άλλους και επώδυνα για μας, τη συρρικνωμένη προσωπικότητα μας.
Τα αισθήματα ενοχής, επιτείνουν το σύμπλεγμα των εσωτερικών αντιστάσεων,
καθώς και το σκοτάδι της άρνησης μας, να δεχθούμε τη ζωή ανεπιφύλακτα,
ευχαριστιακά, χωρίς ανερμάτιστες υπεκφυγές.
Δ
Σε κάθε περίπτωση, η «φυγή» από το παρόν είναι καταστροφική.
Ενώ υποστηρίζει την εντύπωση
της απομάκρυνσης από την αγχογόνο πηγή, δίνοντας αναβολή στην αντιμετώπιση
του όποιου προβλήματος και υπόσχεται έτσι την προσωρινή έστω ανακούφιση,
στην πραγματικότητα μας καθιστά δέσμιους ενός εποπτεύοντος αυστηρού
«υπερεγώ», που κατακρίνει συνεχώς την άρνηση μας να αντιμετωπίσουμε
άμεσα τον εαυτό μας σε επίπεδο «προσώπου»,
αλλά και τις μάταιες προσπάθειες μας να υποδυόμαστε στη ζωή, ρόλους
ονειρικούς και επίπλαστους.
Και δεν είναι άλλος ο κριτής του
εαυτού μας, από την ίδια μας την προσωπικότητα που αποκλείει την υπαγωγή
και ένταξη της σε μηχανισμούς βιολογικών αναγκών και εξαρτήσεων.
Οι ψυχικές διαταραχές, με αρχικές
ενδείξεις το άγχος και τη δυσθυμία, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης
σε μια προσωπικότητα, που κάτω από τον συνεχή καταιγισμό των εξωτερικών
μηνυμάτων και πιέσεων, αδυνατεί να διατηρήσει τον αυτοέλεγχο της
και χάνει τον προσανατολισμό της.
Πέρα από τις φυσικές διαστάσεις
του χώρου στον οποίο ζούμε και του χρόνου που μας διατίθεται, η προσωπικότητα
έχει ανάγκη να κινηθεί παράλληλα και σε μια διαφορετική διάσταση,
ευρύτερη εννοιολογικά, που να περιλαμβάνει
τις προηγούμενες, αλλά να μην περιορίζει (όπως οι προηγούμενες) τις
ιδιότητες και την ανάπτυξη της. Η «πνευματική»
διάσταση επομένως, αν και προαιρετική, είναι απαραίτητο να ενταχθεί
στη ζωή μας, ώστε να μας παρέχει πρόσβαση στο πεδίο της εσωτερικής ζωής,
όπου τελικά αναπτύσσεται και καλλιεργείται η ψυχική υγεία..
Μια πρώτη ένσταση όσων θεωρούν
τον άνθρωπο απλά και μόνο έναν εξελιγμένο ζωικό οργανισμό, που ανέπτυξε
νοημοσύνη και λογική, πιθανόν να υποστηρίζει πως η πνευματική διάσταση
δεν υφίσταται στην πραγματικότητα, αλλά είναι μια αίσθηση εντελώς
υποκειμενική και προϊόν της σκέψης, μη προκαθορισμένη και δεν μπορεί
να ελεγχθεί. Όμως η προσωπικότητα είναι μια έννοια καθαρά πνευματική.
Το ότι ενεργεί με εγκεφαλικά ηλεκτροχημικά κυκλώματα στη βιολογική έκφραση της, δεν της στερεί
την ικανότητα και το δικαίωμα επιβεβαίωσης της πνευματικής της υφής,
μέσα από την ελεύθερη επιλογή της δικής της διάστασης, για την ανάπτυξη
της. Όπως και δεν της στερεί επίσης τη δυνατότητα, να ενεργεί με καθαρά
πνευματικά κριτήρια όταν χρειάζεται, τόσο εναντίον της υλικής-σωματικής
της υπόστασης, όσο και εναντίον των επί σειρά ετών εγκατεστημένων
μαθήσεων και συνηθειών της.
Η πνευματική διάσταση δεν είναι
ένα σχήμα λόγου, που έχει σκοπό να φιλοξενήσει την έννοια της ελεύθερης
προσωπικότητας. Και προπαντός όχι την έννοια της ευρύτητας του πνεύματος
ενός σκεπτόμενου ανθρώπου. Η πνευματική διάσταση, δεν έχει καμία
απολύτως σχέση με τη διανοητική λειτουργία ή τη μόρφωση. Δεν είναι
περιοριστική. Δεν είναι εξαρτώμενη. Δεν είναι μεταβαλλόμενη. Σαν
ευρύτερη των φυσικών διαστάσεων, είναι περισσότερο αισθητή από
τον χρόνο, περισσότερο συγκεκριμένη από τον χώρο. Δεν είναι κάπου,
τότε. Είναι παντού, πάντοτε. Επομένως και εδώ και τώρα. Ο καθένας βρίσκεται
ήδη εκεί με το πνεύμα του.
Όχι με τη φαντασία του, όχι με τη σκέψη του, αλλά με το πνεύμα του.
Με το σύνολο της προσωπικότητας του. Κάθε φορά που η βούληση αποφασίζει
να υπερβεί τις φυσικές διαστάσεις της ζωής ή να συμφιλιωθεί μαζί τους
σε μια αρμονική συνύπαρξη, είναι η πνευματική διάσταση που διατηρεί
την προσωπικότητα αρραγή, σε λειτουργική ετοιμότητα. Όταν η προσωπικότητα
υποχωρεί στην πίεση, στη στέρηση, στη ματαίωση και στην απώλεια, είναι
γιατί ασφυκτιά από την έλλειψη πνευματικής ατμόσφαιρας, είναι γιατί
ο χώρος επισημαίνει τα όρια της φυλακής και ο χρόνος, την προθεσμία
του θανάτου. Αντίθετα στην πνευματική διάσταση, η προσωπικότητα
έχει τα χαρακτηριστικά της ελευθερίας και της χαράς, της δύναμης και
της προσήνειας, της κοινωνίας και της υπέρβασης. Και τα μεταφέρει στη
ζωή.
Αν ζούμε το παρόν με τη θέληση μας, συμμετέχουμε με το συναίσθημα
μας και συνεργαζόμαστε με τη νόηση μας, τότε η παρουσία αυτή του
συνόλου της προσωπικότητας μας, σηματοδοτεί την ύπαρξη της πνευματικής
διάστασης στη ζωή μας. Για να το δούμε και πιο απλά: όταν η βούληση έχει στόχους και έρεισμα, πίστη και προσανατολισμό,
καμιά κατάσταση, κανένα εξωτερικό γεγονός, δεν μπορεί να υποβιβάσει
και να συνθλίψει την προσωπικότητα. Αν η προσωπικότητα πάσχει, πρέπει
να αναζητήσουμε τα αίτια στον εσωτερικό μας κόσμο.
Τις παρυφές της Πνευματικής Διάστασης,
είναι εύκολο να τις προσεγγίσουμε άμεσα, στην τέχνη, τη μουσική,
την ποίηση, την επιλεγμένη λογοτεχνία, στη σιωπή, στους ήχους και
στην ομορφιά της φύσης, όταν αφανίζουμε τον εαυτό μας στην προσευχή,
στην ψυχική ανάταση, όταν μετέχουμε στις εκδηλώσεις της ζωής χωρίς
όρους και απαιτήσεις, όταν δινόμαστε ολόψυχα σ’ έναν σκοπό.
Τι κοινό έχουν όλα αυτά; Ότι
η προσωπικότητα σε κάθε περίπτωση, βρίσκεται σε ιεραρχική συνέργεια
των λειτουργιών της, ότι συνυπάρχει αρμονικά με το φυσικό περιβάλλον,
αλλά αφίσταται σημαντικά από τη μονομερή επιρροή του και ότι η εγκεφαλική
ηλεκτρική δραστηριότητα, έχει κατά πολύ μειωμένη τη συχνότητα της.
Τρεις παράμετροι χωρίς έκδηλη σχέση, που χρειάζονται αρκετή ανάπτυξη,
για να γίνουν κατανοητές οι δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα που προσφέρει
η αξιοποίηση τους, στη διασφάλιση της ψυχικής ισορροπίας.
Η έννοιες της προσωπικότητας,
του ψυχισμού, των κύριων ψυχικών λειτουργιών και της ψυχής, είναι στην
πραγματικότητα ταυτόσημες. Αναφέρονται στην τριαδικότητα του «προσώπου».
Στην αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, επουσιωδών ή σοβαρότερων,
η οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική μέθοδος ή αντιμετώπιση, θα πρέπει
πάντοτε να λαμβάνει υπ’ όψη της την ιεράρχηση των ψυχικών λειτουργιών
και την αναγκαιότητα ανάπτυξης και έκφρασης των ιδιοτήτων της προσωπικότητας,
γιατί εκεί εδράζεται η υγεία ή η διαταραχή.
Ωστόσο η πορεία στην πνευματική
διάσταση, που αδυνατεί να την δεχθεί η επιστήμη, αλλά παρέχει ευρύ
πεδίο στην παραψυχολογική έρευνα, κρύβει πολλά μονοπάτια γεμάτα
κινδύνους, ηθικούς και ψυχολογικούς, ώστε μόνο με την καθοδήγηση κατάλληλου
πνευματικού οδηγού, θα πρέπει κάποιος να επιχειρεί βαθύτερη διείσδυση.
Αυτά όμως είναι πέρα από τους στόχους της ψυχικής υγείας.
Ο δικός μας συγκεκριμένος «προσωπικός»
στόχος, είναι να αναλάβει η βούληση τον ηγετικό ρόλο της παρουσίας
της στο παρόν, ώστε η ζωή να αποκτήσει και πάλι νόημα, περιεχόμενο
και χαρά. Χωρίς επιφυλάξεις, δισταγμούς και αναβολές.
Αν δεχόμαστε τη ζωή σαν δώρο Θεού, τότε η διαταραγμένη σχέση
μας με το παρόν είναι αμάρτημα, αφού είναι άρνηση της ζωής και επομένως
άρνηση του Θεού.
Αν στη ζωή μας δεν υπάρχει θέση για τον Θεό, τότε η αναθεώρηση
της προσωπικότητας μας, ίσως μας δώσει την ευκαιρία να γνωρίσουμε την
εικόνα Του.
Μ. Σ. Ψαράς, [Εισαγωγικό σημείωμα στην
"Ψυχοθεραπεία Προσώπου"]