Λέει ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς: «Ἡ Χάρη τοῦ
Θεοῦ ἀκολουθεῖ πάντα τήν προαίρεσή μας. Καί μέ τή Χάρη κατορθώνουμε κάθε ἀγαθό.
Ἐμεῖς ὅμως δέν ζητᾶμε νά κάνουμε ἀρχή στό ἀγαθό οὔτε δείχνουμε μεγάλη καί
πρόθυμη προαίρεση, ὥστε νά ἑλκύσουμε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ σέ βοήθειά μας. Ἀλλά κι ἄν
ποτέ φανοῦμε ὅτι δείχνουμε κάποια προαίρεση, εἶναι νωθρή, ἀσήμαντη καί ἀνάξια νά
λάβει κάποιο ἀγαθό ἀπό τόν Θεό».
Ἕνας γέροντας εἶπε:
-
Προτιμῶ νὰ διδαχθῶ παρὰ νὰ διδάξω.
-
Ἡ ἀμμὰ Θεοδώρα ἔλεγε, πὼς οὔτε ἡ ἄσκηση
οὔτε ἡ κακουχία οὔτε οἱ ὁποιοιδήποτε κόποι σῴζουν (τὸν ἄνθρωπο), παρὰ μόνο ἡ
γνήσια ταπεινοφροσύνη. (Καὶ γιὰ ἐπιβεβαίωση διηγόταν τὸ ἑξῆς:)
- Ἦταν κάποιος ἀναχωρητής, ποὺ ἔδιωχνε
τοὺς δαίμονες. Καὶ τοὺς ἐξέταζε, γιὰ νὰ μάθει μὲ ποιὸν τρόπο βγαίνουν (ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο).
«Μὲ τὴ νηστεία;» τοὺς ρωτοῦσε. «Ἐμεῖς οὔτε τρῶμε οὔτε πίνουμε», ἀπαντοῦσαν ἐκεῖνοι.
«Μὲ τὴν ἀγρυπνία;». «Ἐμεῖς δὲν
κοιμόμαστε καθόλου», ἔλεγαν.
«Μὲ τὴν ἀναχώρηση (ἀπὸ τὸν
κόσμο);». «Ἐμεῖς ζοῦμε στὶς ἐρήμους», ἀποκρίνονταν.
Ἐπειδὴ ὁ γέροντας ἐπέμενε καὶ ἔλεγε,
«Μὲ ποιὸν λοιπὸν τρόπο βγαίνετε;», ἐκεῖνοι ὁμολόγησαν:
«Τίποτα δὲν μᾶς νικάει, παρὰ μόνο
ἡ ταπεινοφροσύνη».