«H ψυχή
που o Κύριος επέλεξε και που της δίνει να γευθεί τη γλυκύτητα της
θεϊκής αγάπης θεωρεί αυτή την αγάπη εντελώς ασύγκριτη με τη ζωή μέσα στον
κόσμο. Το μόνο που την απασχολεί είναι ο Θεός και μόνο, χωρίς να προσηλώνεται
σε τίποτε το γήινο».
Σ’ αυτήν την
παθιασμένη αναζήτηση ο Σιλουανός φαίνεται ότι έζησε, μ' έναν τρόπο πιο βίαιο
απ' όσο οι περισσότεροι ησυχαστές, τη σπαρακτική ιστορία του θεϊκού έρωτος. Ο
Θεός, βέβαια, προσεγγίζεται αρχικά με κτητικότητα, με κάποιον εγωκεντρισμό -«η
μέθη του αρχάριου»-, έτσι ο Θεός, καθώς επιθυμεί να Τον αγαπούν με
ανιδιοτέλεια, γι’ Αυτόν τον Ίδιο και όχι για τις ηδονές που χαρίζει η παρουσία
Του, Αυτός ο «Πάνσοφος» Θεός, μάς λέει ο Σιλουανός, αλλά που θα μπορούσαμε να
Τον ονομάσουμε και Θεό άγριο, απόκρυφο. Αυτός ο Θεός, λοιπόν, μακραίνει,
αποσύρεται. Βέβαια, οι Πατέρες αναφέρονται συχνά σ’ αυτή την
«παιδαγωγική» απόσταση που κρατά ο Θεός, όπως η μητέρα όταν μαθαίνει στο παιδί
της να περπατά και το αφήνει ξαφνικά, ώστε εκείνο από μόνο του να τολμήσει και
να ριχτεί στην αγκαλιά της.
Η μαρτυρία, όμως,
του Σιλουανού είναι πιο τραγική. Το αίσθημα της απουσίας που βίωσε μέσα σε
απόλυτη εγκατάλειψη ήταν πραγματικά αδυσώπητο. «...Σ' αναζητώ με δάκρυα κι
όλο σε χάνω. Το πνεύμα μου θα 'θελε να χαρεί κι άλλο Εσένα (αυτήν
ακριβώς την απόλαυση εμποδίζει ο Θεός), κι όμως Εσύ δεν φανερώνεις το
πρόσωπο Σου, που η ψυχή μου το ποθεί νύχτα και μέρα. Γι' αυτό και
κλαίω, μικρό παιδί που έχασε τη μάνα του».
Ο Σιλουανός
ανακαλεί με ακρίβεια τις στιγμές όπου η Θεία Παρουσία αποσύρεται. Αυτό πάντα
συμβαίνει, μας λέει, λόγω της αλαζονείας μας. Λιγότερο αίσθημα
ανωτερότητας σε σχέση με τους άλλους ανθρώπους, λιγότερο αίσθημα κτητικότητας
στη σχέση μας με τον Θεό, κι αμέσως Εκείνος γίνεται μια υπέροχη βορά, κι αμέσως
η επικοινωνία μαζί Του δεν έχει πια καμιά μονόπλευρη απαιτητικότητα.
«Για τρεις μέρες», αναφέρει ο Σιλουανός, «ένιωσα σαν ζώο σε κορμί
ανθρώπινο. Ενώ είχα στον νου μου τον Θεό, η ψυχή μου ήταν κενή όπως και η ψυχή
του ζώου...».
Olivier Clément