Φραντς Γαιγκερσταίτερ (1907-1943)

-->
Του Σταύρου Ζουμπουλάκη
Μ​​εταφράστηκαν φέτος στη γλώσσα μας και εκδόθηκαν δύο πολύ καλά μυθιστορήματα, που φωτίζουν με δυνατό φως, όπως μόνο το μυθιστόρημα μπορεί να κάνει, την Προσάρτηση της Αυστρίας στο Γ΄ Ράιχ, το Ανσλους. Οι συγγραφείς τους είναι σχεδόν συνομήλικοι, ο ένας Γάλλος, ο άλλος Αυστριακός:
α) Ερίκ Βυϊγιάρ (γενν. 1968), «Ημερήσια διάταξη» (Πόλις, 1η γαλλική έκδοση 2017).
β) Ρόμπερτ Ζέεταλερ (γενν. 1966), «Ο καπνοπώλης» (Ποταμός, 1η γερμανική έκδοση 2012). Η «Ημερήσια διάταξη» αποτυπώνει με εξαιρετική ιστορική ακρίβεια και λογοτεχνική συμπύκνωση τα γεγονότα που οδήγησαν τελικά στην Προσάρτηση, με αφετηρία την 20ή Φεβρουαρίου 1933, όταν συγκεντρώθηκαν 24 κορυφαίοι βιομήχανοι της Γερμανίας στο μέγαρο του Προέδρου της Βουλής. Ο «Καπνοπώλης» αφηγείται την ενηλικίωση ενός χωριατόπαιδου στη Βιέννη, την εποχή του Ανσλους, του αντισημιτικού μίσους και της ναζιστικής βίας. Δεν είναι ίσως τυχαίο που δυο πενηντάχρονοι συγγραφείς στρέφουν ξανά σήμερα το βλέμμα τους στο Ανσλους και θέλουν να φωτίσουν το μοιραίο γεγονός: στις 12 Μαρτίου 1938 η Βέρμαχτ διασχίζει τα αυστριακά σύνορα, στις 13 ανακηρύσσεται η Προσάρτηση και στις 15 Μαρτίου ο Χίτλερ απευθύνεται από τον εξώστη του αυτοκρατορικού παλατιού σε εκατοντάδες χιλιάδες παραληρούντες Αυστριακούς.
Οι συνέπειες της εθελούσιας εντέλει Προσάρτησης είναι υπαρκτές μέχρι σήμερα. Η Αυστρία από συνεργάτης του Γ΄ Ράιχ και θύτης μαζί του της Ευρώπης εμφανίστηκε μετά το τέλος του πολέμου, με τις ευλογίες και των Συμμάχων, ως θύμα, η αυστριακή κοινωνία στο σύνολό της δεν είδε ποτέ αυτοκριτικά τη στάση της στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, γι’ αυτό και μπόρεσε να εκλέξει ανένοχα τον ναζί Κουρτ Βαλντχάιμ ως πρόεδρό της (1986-1992) και σήμερα να κυβερνιέται από ακροδεξιούς. Δεν είναι βεβαίως η σημερινή ακροδεξιά άβυσσος ίδια με τη ναζιστική, μα καταπώς γράφει ο Βυϊγιάρ στην τελευταία σελίδα του μυθιστορήματός του: «Δεν πέφτουμε ποτέ δυο φορές στην ίδια άβυσσο. Αλλά πέφτουμε πάντα με τον ίδιο τρόπο, με γελοιότητα και τρόμο». Με τη σειρά μου, τούτες τις μέρες του θεομητορικού Αυγούστου, που γράφεται αυτό το κείμενο, στρέφω και εγώ ευλαβικά το βλέμμα μου στον Franz Jägerstätter (Φραντς Γαιγκερσταίτερ), άγιο της Καθολικής Εκκλησίας, που μαρτύρησε στις 9 Αυγούστου 1943. Ανακηρύχθηκε μακάριος (beatus) το 2007, με πρωτοβουλία του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄. Είναι από τους λίγους αγίους της Καθολικής Εκκλησίας που είχε γυναίκα και παιδιά.
Για να νομιμοποιηθεί η Προσάρτηση, οργανώνεται στις 10 Απριλίου του 1938 δημοψήφισμα. Οι πάντες, ιερείς, επίσκοποι, δάσκαλοι, επιχειρηματίες, σοσιαλδημοκράτες, καλούν τον κόσμο να ψηφίσει υπέρ. Αποτέλεσμα: 99,75% υπέρ της Προσάρτησης. Στο χωριό Σανκτ-Ράντεγκουντ της Ανω Αυστρίας, στα σύνορα με τη Βαυαρία, θα βρεθεί αναπάντεχα μία αρνητική ψήφος. Ανήκει στον αγρότη Φραντς Γαιγκερσταίτερ. Δεν είναι πολιτικοποιημένος, δεν ανήκει σε καμία πολιτική οργάνωση, είναι πιστός χριστιανός, που τοποθετεί καθημερινά τον εαυτό του και τα έργα του ενώπιον του Θεού. Η βαθιά πίστη του θα τον οδηγήσει το 1943 να αρνηθεί να υπηρετήσει στον ναζιστικό στρατό και να συμπολεμήσει με τους ναζήδες σε έναν άδικο πόλεμο. Τη στάση του δεν την καταλαβαίνει κανείς απολύτως, κληρικοί, συγχωριανοί, φίλοι, η ίδια η γυναίκα του, κανείς. Όλοι προσπαθούν να τον μεταπείσουν με διάφορους τρόπους. Εκείνος όμως μένει αμετάπειστος, θεωρεί ότι υπάρχουν στιγμές στη ζωή, και τώρα είναι μια τέτοια ακριβώς στιγμή, που είναι καλύτερα να υπακούς στον Θεό παρά να ακούς τους ανθρώπους. Ο Φραντς Γαιγκερσταίτερ παίρνει τοις μετρητοίς την εντολή της αγάπης για τον πλησίον και δεν παίζει με τη μέλλουσα κρίση του Θεού. Το στρατοδικείο τον καταδικάζει σε θάνατο και η ποινή εκτελείται, με γκιλοτίνα, στη φυλακή Μπράντενμπουργκ, στο Βερολίνο. Πεθαίνει άφοβα για την πίστη του, μαρτυρεί ως χριστιανός, όχι ως πολιτικός αγωνιστής. Εχει τρία μικρά παιδιά, κορίτσια, το μεγαλύτερο έξι χρόνων.
Μετά το τέλος του πολέμου, η Αυστρία τιμά ως ήρωες τους στρατιώτες που γυρίζουν πίσω στην πατρίδα, αφού έκαναν το πατριωτικό καθήκον τους. Ποιο καθήκον; Το ότι πολέμησαν μαζί με τους Γερμανούς ναζί εναντίον των λαών της Ευρώπης. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον μια περίπτωση σαν και αυτή του Φραντς Γαιγκερσταίτερ δεν είναι απλώς ακατανόητη, είναι και ενοχλητική. Πρέπει να ξεχαστεί. Από τη γυναίκα του ζητούν να μην πολυμιλάει για τον άντρα της. Ο π. Ζήγκφριντ Λόχνερ (Siegfried Lochner), στρατιωτικός ιερέας της Βιέννης, το 2007, την εποχή της beatificatio του Γαιγκερσταίτερ, θα δηλώσει, ενάντια στην πρωτοβουλία του ίδιου του Πάπα: «Ο Γαιγκερσταίτερ δεν υπήρξε μάρτυρας της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά αξιολύπητο θύμα της πλανημένης συνείδησής του».
Σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει: έχουν εκδοθεί βιογραφίες του, έχουν εκδοθεί τα γράμματά του από τη φυλακή (υπάρχει και μετάφρασή τους στα αγγλικά), έχουν γυριστεί ταινίες και ντοκιμαντέρ, κάθε χρόνο, την ημέρα του αποκεφαλισμού του, στις 9 Αυγούστου, τιμάται πανηγυρικά η μνήμη του στον καθεδρικό ναό του Λιντζ, με πρωτοβουλία της χριστιανικής οργάνωσης Pax Christi. Ωστόσο, παρά τα όσα έχουν γίνει, ο Φραντς Γαιγκερσταίτερ εξακολουθεί να μην είναι γνωστός ούτε καν στους πιστούς Καθολικούς. Προσδοκώ ότι η ταινία του Αμερικανού Τέρενς Μάλικ «Radegund», που θα προβληθεί τους προσεχείς μήνες σε όλο τον κόσμο –ελπίζω και στην Ελλάδα–, θα συμβάλει στη διάδοση της μνήμης του νεοφανούς αγίου.