ΘΕΕ ΜΟΥ, ΚΑΝΕ ΜΕ...

  
Ζήσιμος Λορεντζάτος - Σύμμεικτο 558

Όλα αυτά τα αγαθά πού έχομε κάθε μέρα γύρω μας και τα νομίζομε τίποτα, ένα ζεστό κρεβάτι, ένα καθαρό φαγητό, νερό να πλυθούμε, ρούχα να φορέσαμε, φιλική συντροφιά, τους δικούς μας - Θεέ μου, κάνε με να καταλαβαίνω καθημερινά την αξία τους, να καταλαβαίνω το πόσο εύκολα μπορούν όλα αυτά να γίνουν άφαντα μέσα σε μια μέρα από μπροστά μου και να μεταμορφωθώ σε ένα βρωμερό, πειναλέο, κουρελιασμένο ανθρώπινο πλάσμα, πού άλλα ανθρώπινα (αυτό είναι το απίστευ­το) πλάσματα το σπρώχνουν με τον υποκόπανο ή με κλοτσιές μέσα σε μπουντρούμια ή συρματοπλεγμένα στρατόπεδα, με μια ψωριασμένη κουβέρτα, ωσότου αρρωστήσει, σακατευτεί, ξεψυχήσει, παλαβώσει ή άποσκελετωθεί της πείνας... Θεέ μου, κάνε με να καταλαβαίνω καθη­μερινά και να τιμάω αυτά τα λίγα, ή πολλά, πού τα έχω σήμερα, ένα καθαρό κρεβάτι, μια γωνιά ζεστή, το ψωμί, το κρασί, το τραπέζι ετούτο με το χαρτί και το μολύβι... Θεέ μου, κάνε με.
  
 

Ἡ ὑ­περ­βο­λι­κή λύ­πη κρύ­βει μέ­σα της ὑ­πε­ρη­φά­νεια. Γι’ αὐ­τό εἶ­ναι βλα­βε­ρή καί ἐ­πι­κίν­δυ­νη, καί πολ­λές φο­ρές πα­ρο­ξύ­νε­ται ἀ­πό τό δι­ά­βο­λο, γιά ν’ ἀ­να­κό­ψει τήν πο­ρεί­α τοῦ ἀ­γω­νι­στῆ. Ὁ δρό­μος πού ὁ­δη­γεῖ στήν τε­λει­ό­τη­τα εἶ­ναι μα­κρύς. Εὔ­χε­στε στό Θε­ό νά σᾶς δυ­να­μώ­νει. Νά ἀν­τι­με­τω­πί­ζε­τε μέ ὑ­πο­μο­νή τίς πτώ­σεις σας καί, ἀ­φοῦ γρή­γο­ρα ση­κω­θεῖ­τε, νά τρέ­χε­τε καί νά μή στέ­κε­στε, σάν τά παι­διά, στόν τό­πο πού πέ­σα­τε, κλαί­γον­τας καί θρη­νών­τας ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τα. 


Ὅ­σιος Ἰ­ου­στῖ­νος Πό­πο­βιτς (1894-1979)


Στα­θῆ­τε, ὅ­λα τα σύμ­παν­τα, ὅ­λοι οἱ ὑ­πάρ­χον­τες κό­σμοι, καί ὅ­λα τα ὄν­τα! Κά­τω ὅ­λες οἱ καρ­δι­ές, ὅ­λοι οἱ νό­ες, ὅ­λες οἱ ζω­ές, ὅ­λες οἱ ἀ­θα­να­σί­ες, ὅ­λες οἱ αἰ­ω­νι­ό­τη­τες! Για­τί ὅ­λα αὐ­τά, χω­ρίς τόν Χρι­στό, εἶ­ναι γι' ἐ­μέ­να κό­λα­ση· ἡ μί­α κό­λα­ση δί­πλα εἰς τήν ἄλ­λη κό­λα­ση· ὅ­λα, δί­χως τόν Χρι­στό, εἶ­ναι ἀ­να­ρίθ­μη­τες καί ἀ­τε­λεύ­τη­τες κο­λά­σεις... Ἡ ζω­ή χω­ρίς τόν Χρι­στό, ὁ θά­να­τος χω­ρίς τόν Χρι­στό, ἡ ἀ­λή­θεια χω­ρίς τόν Χρι­στό, ὁ ἥ­λιος χω­ρίς τόν Χρι­στό, καί τά σύμ­παν­τα χω­ρίς Αὐ­τόν, ὅ­λα εἶ­ναι τρο­με­ρή ἀ­νο­η­σί­α, ἀ­νυ­πό­φο­ρο μαρ­τύ­ριο, σι­σύ­φει­ο βά­σα­νο, κό­λα­ση!


 
Γέ­ρων Πορ­φύ­ριος Καυ­σο­κα­λυ­βί­της – Βί­ος καί Λό­γοι

          Νά τούς ἀ­γα­πᾶ­τε καί νά τούς συμ­πο­νᾶ­τε ὅ­λους. «Καί εἴ­τε πά­σχει ἐν μέ­λος, συμ­πά­σχει πάν­τα τα μέ­λη· ὑ­μεῖς δέ ἐ­στε μέ­λῃ Χρι­στοῦ καί μέ­λῃ ἐκ μέ­ρους». Αὐ­τό εἶ­ναι Ἐκ­κλη­σί­α· ἐ­γώ, ἐ­σύ, αὐ­τός, ὁ ἄλ­λος νά αἰ­σθα­νό­μα­στε ὅ­τι εἴ­μα­στε μέ­λη Χρι­στοῦ, ὅ­τι εἴ­μα­στε ἕ­να. Ἡ φι­λαυ­τί­α εἶ­ναι ἐ­γω­ι­σμός. Νά μή ζη­τᾶ­με, «ἐ­γώ νά στα­θῶ, ἐ­γώ νά πά­ω στόν Πα­ρά­δει­σο», ἀλ­λά νι­ώ­θο­με γιά ὅ­λους αὐ­τή τήν ἀ­γά­πη. Κα­τα­λά­βα­τε; Αὐ­τό εἶ­ναι τα­πεί­νω­ση.


Μάξιμος ὁμολογητής - περί ἀγάπης

Αὐτός ποῦ ἀγαπᾷ τόν Θεό δέν μπορεῖ νά μή ἀγαπᾷ καί κάθε ἄνθρωπο ὅπως τόν ἐαυτόν του.

Αὐτός ποῦ κάνει τήν ἐλεημοσύνη κατά μίμησι τοῦ Θεοῦ δέν γνωρίζει διαφορά πονηροῦ καί ἀγαθοῦ, δικαίου καί ἀδίκου γιά τά ἀναγκαῖα του σώματος.

Ἔργο τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ μέ διάθεσι πρός τόν πλησίον εὐεργεσία, μακροθυμία καί ὑπομονή καί ἡ χρῆσις τῶν πραγμάτων σύμφωνα μέ τόν ὀρθό λόγο.

 
Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος - Τρίτη Γέννηση

Δὲν εἶναι μόνο αὐτὴ ἡ γέννηση
τῶν καημένων τῶν ἀνθρώπων
ποὺ ἔρχεται ἀπὸ σάρκα καὶ αἷμα.
ἀφοῦ εἶναι θνητοὶ ποὺ γεννιοῦνται ἐδῶ
καὶ πεθαίνουν τόσο γρήγορα·
αὐτὴ εἶναι βέβαια ἡ πρώτη.

Ἔπειτα εἶναι τὸ βάπτισμα τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος .
ὅταν τὸ φῶς Του κατεβαίνει
στοὺς βαπτιζόμενους ἐν ὕδατι.

Ἡ τρίτη πάλι μᾶς γεννᾶ
ἀπὸ τὰ δάκρυα καὶ τοὺς πόνους μας .
ποὺ καθαρίζουν τὴν εἰκόνα μας
ἀπὸ τοὺς σπίλους τῆς φαυλότητας.

Στὴν μιὰ γεννιέσαι ἀπ’ τοὺς
πατέρες σου .
στὴν ἄλλη γίνεσαι παιδὶ Θεοῦ
στὴν τρίτη ὁ ἴδιος εἶσαι ὁ γεννήτορας .
 ὅσο ἡ ζωή σου ἀκολουθεῖ τὸ ἅγιο φῶς.

Gregorius Nazianzen,  TLG, Carmina quae spectant at alios (062) Occurrence 2: page 1498, line 12


 
Ἁ­γί­ου Ἰ­σα­άκ τοῦ Σύ­ρου - Λό­γος ΝΗ

Τήν ἡ­μέ­ρα πού θά λυ­πη­θεῖς γιά κά­ποι­ον ἄν­θρω­πο, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἀ­σθε­νεῖ ψυ­χι­κά ἤ σω­μα­τι­κά, ἐ­κεί­νη τήν ἡ­μέ­ρα θε­ώ­ρη­σε τόν ἑ­αυ­τό σου μάρ­τυ­ρα, καί ὅ­τι ἔ­πα­θες γιά τόν Χρι­στό, καί ἀ­ξι­ώ­θη­κες τήν ὁ­μο­λο­γί­α Του. Κα­θό­τι καί ὁ Χρι­στός γιά τούς ἁ­μαρ­τω­λούς πέ­θα­νε καί ὄ­χι γιά τούς δί­και­ους. Σκέ­ψου πό­σο με­γά­λη εἶ­ναι αὐ­τή ἀ­ρε­τή· στ' ἀ­λή­θεια με­γά­λη ἀ­ρε­τή εἶ­ναι νά λυ­πᾶ­ται κά­ποι­ος γιά τούς κα­κούς, καί νά εὐ­ερ­γε­τεῖ τούς ἁ­μαρ­τω­λούς πε­ρισ­σό­τε­ρο πα­ρά τούς δί­και­ους· αὐ­τό ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος τό ἀ­να­φέ­ρει ὡς ἄ­ξιο θαυ­μα­σμοῦ· ἐ­άν σέ ὅ­λα σου τά ἔρ­γα μπο­ρέ­σεις νά ἔ­χεις τήν συ­νεί­δη­σή σου κα­θα­ρή, μήν φρον­τί­σεις νά ἐ­κτε­λέ­σεις ἄλ­λη ἀ­ρε­τή. Σέ ὅ­λα σου τά ἔρ­γα ἄς προ­η­γη­θεῖ ἡ σω­φρο­σύ­νη τοῦ σώ­μα­τός σου καί ἡ κα­θα­ρό­τη­τα τῆς συ­νεί­δη­σής σου· δι­ό­τι χω­ρίς αὐ­τά τά δύ­ο κά­θε ἄλ­λη ἀ­ρε­τή θε­ω­ρεῖ­ται μά­ται­α γιά τόν Θε­ό. Νά γνω­ρί­ζεις ὅ­τι κά­θε ἔρ­γο πού κά­νεις χω­ρίς σκέ­ψη καί ἐ­ξέ­τα­ση ὑ­πάρ­χει μά­ται­ο· κα­θώς ὁ Θε­ός ὑ­πο­λο­γί­ζει­  τήν ἀ­ρε­τή μέ τήν δι­ά­κρι­ση καί ὄ­χι μέ τήν ἀ­δι­ά­κρι­τη ἐ­νέρ­γεια.


Ἅγ. Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος

ΜΑΚΑΡΙΟΙ, ὅ­σοι ὑ­πο­δέ­χτη­καν τὸν Χρι­στό, τὸ Φῶς ποὺ ἦρ­θε στὸ σκο­τά­δι τους, για­τὶ αὐ­τοὶ ἔ­γι­ναν Παι­διὰ τοῦ Φω­τὸς καὶ τῆς Μέ­ρας. ΜΑΚΑΡΙΟΙ, ὅ­σοι γεύ­ον­ται τὸν Ἄρ­ρη­το μὲ τὸ στό­μα τοῦ νοῦ τους κά­θε στιγ­μή, για­τὶ αὐ­τοὶ βρί­σκον­ται στὴ Μέ­ρα, ἐ­κεῖ θὰ βα­δί­σουν μὲ Ὀ­μορ­φιά, ὁ βί­ος τους δὲν θὰ χά­σει πο­τὲ τὴ Χα­ρά. ΜΑΚΑΡΙΟΙ, ὅ­σοι ζοῦν στὸ Φῶς τοῦ Χρι­στοῦ ἀ­δι­ά­κο­πα, για­τὶ αὐ­τοὶ τώ­ρα καὶ στοὺς αἰ­ῶ­νες χω­ρὶς τέ­λος θὰ εἶ­ναι ἀ­δελ­φοὶ καὶ συγ­κλη­ρο­νό­μοι Του. ΜΑΚΑΡΙΟΙ, ὅ­σοι ἄ­να­ψαν τὸ Φῶς στὴν καρ­διά τους καὶ τὸ κρά­τη­σαν ἄ­σβη­στο, χα­ρού­με­νοι αὐ­τοὶ στὴν ἔ­ξο­δο τοῦ βί­ου, τὸν Νυμ­φί­ο θὰ συ­ναν­τή­σουν, μα­ζί Του θὰ μποῦν στὸν Νυμ­φῶ­να κρα­τών­τας Λαμ­πά­δες.

 
Ἅγ. Ἰωάννης Σιναίτης Κλίμαξ
 περί τῆς ἀγάπης ἀποφθέγματα

Αὐτός ποῦ λέγει ὅτι ἀγαπᾷ τόν Κύριο καί ὀργίζεται μέ τόν ἀδελφό του εἶναι ὅμοιος μέ αὐτόν πού τρέχει στόν ὕπνο του.

Αὐτός ποῦ ἀγαπᾷ τόν πλησίον του δέν θά ἀνεχθεῖ τούς κατακρίνοντες, θά τούς ἀποφύγει ὅπως τήν φωτιά.

Ἡ ἀγάπη εἶναι πηγή πυρός, ὅσο ἀναβλύζει, τόσο τόν διψώντα καταφλέγει.
 
π.Anthony Bloom Ἐπίσκοπος Σουρόζ
  Λίγα λόγια γιά τήν ἀληθινή ἐξομολόγηση

Ζοῦμε συχνά μέσα στό ψέμα. Κατασκευάζουμε γύρω μας ἕναν κόσμο ὅπου μόνο ὁ θάνατος μπορεῖ νά θριαμβεύσει. Ἀρνούμαστε τόν πλησίον μας καί κλείνουμε μόνοι μας τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο συγχώρεση ἁμαρτιῶν, ἀλλά δέν ἔχει νόημα νά ἀναζητοῦμε μία τυπική ἄφεση. Πρέπει νά διψοῦμε γιά ἀληθινή συμφιλίωση, στό πλαίσιο τῆς ὁποίας θά ἀναθέσουμε στόν Θεό τήν ἀναξιότητα καί τήν ἀπιστία μας – ὄχι μόνο πρός Ἐκεῖνον ἀλλά καί πρός τόν πλησίον, τόν φίλο, τόν γνωστό καί συγγενῆ μας.
Ἄς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη ὅτι μόνο ἡ δική Του ἀκλόνητη φιλία μπορεῖ νά μᾶς παρακινήσει σέ ἀλλαγή. “Ἐγώ καί φίλος καί μέλος καί κεφαλή καί ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ. Πάντα ἐγώ. Μόνον οἰκείως ἔχε πρός ἐμέ. Ἐγώ πένης διά σέ καί ἀλήτης διά σέ, ἐπί σταυροῦ διά σε, ἐπί τάφου διά σε. Πάντα μοί σύ καί ἀδελφός καί συγκληρονόμος καί φίλος καί μέλος. Τί πλέον θέλεις;” “Μπορεῖς ν’ ἀνταποκριθεῖς μέ λίγη ἐμπιστοσύνη; Δέν ζητῶ ὁλοκληρωτική, ἄμεση ἀλλαγή. Ἀλλά πορεία βῆμα πρός βῆμα. Θά σέ στηρίξω, θά σέ προστατεύσω, θά ὁδηγήσω τά βήματά σου – μόνον ἄλλαξε στάση. Κι ὅταν λάβεις συγχώρεση στό ὄνομά μου μήν σκεφτεῖς ὅτι τό παρελθόν ἔχει πάψει νά ὑπάρχει. Ἀλλά τότε μόνο θά ἔχεις ἀπαλλαχτεῖ ἀπό τίς πληγές ὅταν γίνεις τόσο ξένος πρός αὐτές ὥστε νά μήν τίς λογαριάζεις πιά γιά δικές σου”.

Ἀρχ. Βα­σί­λει­ος Γον­τι­κά­κης 

Ἑρ­μη­νεί­α στὴν Κυ­ρια­κὴ Προ­σευ­χή

Ἀ­γω­νι­ζό­μα­στε στή ζω­ή μας, ἀρ­χί­ζου­με, ἔ­χου­με σχέ­δια, ἔ­χου­με προ­γράμ­μα­τα, προ­χω­ρᾶ­με κα­λά, ἀλ­λά σέ μιά στιγ­μή μπο­ρεῖ νά πε­ρά­σου­με δυ­σκο­λί­ες. Νο­μί­ζω ὅ­τι δέν ὑ­πάρ­χει ἄν­θρω­πος πού νά μήν πε­ρά­σει τή Γεθ­ση­μα­νῆ του. Καί τήν ὥ­ρα πού τά πάν­τα κα­ταρ­ρέ­ουν, τό­τε μό­νο τά πάν­τα ἀ­να­σταί­νον­ται, καί τό­τε μό­νο κα­τα­λα­βαί­νει κα­νείς αὐ­τό πού εἶ­πε ὁ Κύ­ριος, ὅ­τι τό νά ποι­ῶ τό θέ­λη­μα τοῦ πέμ­ψαν­τός με Πα­τρός καί ὄ­χι τό δι­κό μου, αὐ­τό εἶ­ναι ποὺ μὲ τρέ­φει. Ἐ­κεί­νη τή στιγ­μή πού τά πάν­τα κα­τα­στρέ­φον­ται καί δέν ὑ­πάρ­χει καμ­μιά ἐλ­πί­δα που­θε­νά καί κα­νέ­να φῶς, καί τά πάν­τα εἶ­ναι σκε­πα­σμέ­να μέ σκο­τά­δι, ἄν ὁ ἄν­θρω­πος πεῖ - Θε­έ μου, νά γί­νει τό θέ­λη­μά σου, ἀ­μέ­σως παίρ­νει μιά ἄλ­λη δύ­να­μη, ἀ­να­σταί­νε­ται καί προ­χω­ρεῖ παν­το­κρα­το­ρι­κά καί σε­μνά πρός τήν ὁ­δό, πρός τή δι­ά­βα­ση, πρός τό Πά­σχα πού εἶ­ναι ὁ Χρι­στός, σέ μιά ἐ­ξέ­λι­ξη πού δέν στα­μα­τᾶ πο­τέ. Καί τό­τε, ἐκ τῶν ὑ­στέ­ρων, θά εὐ­χα­ρι­στεῖ κα­νείς τό Θε­ό ὄ­χι γιά τίς εὐ­κο­λί­ες, ἀλ­λά γιά τίς δυ­σκο­λί­ες τῆς ζω­ῆς του καί γιά τή Γεθ­ση­μα­νῆ του, ἡ ὁ­ποί­α τὸν ἀ­νάγ­κα­σε, μέ­σα στήν ἐ­ξάρ­θρω­ση τοῦ ἑ­αυ­τοῦ του, νά πεῖ τό λο­γι­σμό του ἐ­λεύ­θε­ρα, νά κα­τα­λή­ξει στό: «Θε­έ μου, νά γί­νει τό δι­κό σου θέ­λη­μα».