Κάτι σαράβαλες ψυχές…


«Ημάρτομεν, ηνομήσαμεν, ηδικήσαμεν ενώπιόν σου, ουδέ συνετηρήσαμεν, ουδέ εποιήσαμεν καθώς ενετείλω ημίν…»

Η περίοδος της Σαρακοστής υπάρχει για να θυμόμαστε την αστοχία μας. Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, καθώς η κατάνυξη που δημιουργείται στις μακρές ακολουθίες, όπως επίσης και οι ψαλμοί συμβάλλουν περισσότερο στο να εξετάσουμε το τι είναι εκείνο που μας απομακρύνει από το Θεό και τον πλησίον.

Κοινός παράγοντας σε ό,τι μπορώ να σκεφτώ και να αισθανθώ για την αμαρτία μου είναι ένας: ο εγωισμός. Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο, αλλά περνώντας τα χρόνια μπορείς να το ερμηνεύσεις και να το επεξηγήσεις από διαφορετική οπτική γωνία. Έτσι, συνειδητοποιώ ότι σε κάθε σχέση μου με τους συνανθρώπους μου προσπαθώ να πάρω και όχι να δώσω, να μιλήσω και όχι να ακούσω, να ορίσω εγώ τις συνθήκες της και όχι να αφεθώ σε αυτήν, περιμένω να πάρω αναγνώριση και όχι να δώσω, περιμένω να τα κάνει ο άλλος όλα και εγώ να μην κάνω τίποτα. Και όταν δώ τον άλλον να μου προσφέρει λιγότερα από όσα νομίζω ότι πρέπει, παραπονιέμαι, θίγομαι και μπορεί να θέλω να απομακρυνθώ – έτσι έχω μάθει, ό,τι δε μου κάνει το πετάω. Στην ουσία ζώ σε έναν μικρόκοσμο και δε θέλω να βγώ από αυτόν. Θυμάμαι που είχα διαβάσει και στους πατέρες, ότι τις περισσότερες φορές μόνοι μας δημιουργούμε την κόλασή μας και κλεινόμαστε μέσα σε αυτήν.

Όλα αυτά σχηματίζουν την εικόνα μιας σαράβαλης ψυχής, ανάπηρης να αγαπήσει, να αισθανθεί, να αφεθεί, να ερωτευτεί. Κι αν όλα αυτά δεν μπορεί η ψυχή μου να τα κάνει με τον συνάνθρωπο που τον βλέπει, πώς περιμένει να αγαπήσει το Θεό που δεν τον βλέπει; Πολύ φοβάμαι ότι εάν ζούσα την εποχή του Χριστού, θα πήγαινα, θα άκουγα το λόγο Του και μετά θα γύριζα σπίτι μου. Στην ουσία ο λόγος Του θα με είχε αφήσει ανέγγιχτο και θα συνέχιζα να ζώ την συμβατική ζωή μου.

Μεγάλη ελπίδα μού δίνουν τα παραδείγματα των Αγίων και κάποιων ανθρώπων δίπλα μας που προσφέρουν όλη τους τη ζωή στους άλλους ανθρώπους – και τελικά στον ίδιο το Χριστό. Παρηγοριά μού δίνει ο γέροντας Πορφύριος που λέει ότι η σχέση με το Χριστό είναι αγάπη, έρωτας, ενθουσιασμός, λαχτάρα του θείου. Μας λέει να αγαπάμε το Χριστό για αυτόν, ποτέ για μας. Αν αγαπάμε την Εκκλησία και αφεθούμε ολοκληρωτικά σε αυτήν, αγαπάμε το συνάνθρωπο, αγαπάμε το Θεό, αγαπάμε και τον εαυτό μας που είναι μέσα στην εκκλησία. Ζούμε στο φώς της Χάριτος του Θεού. Ζούμε στον επί γής Παράδεισο.

Με την ελπίδα της Ανάστασης εύχομαι όλοι μας να διαβούμε «το της νηστείας μέγα πέλαγος».

Ζ.Κ. : Ένας σαραβαλιασμένος που ελπίζει...