Τραγικό ενοχικό αρχέτυπο ο Ιούδας*...


 


  Ομιλία του π. Χριστοδούλου Μπίθα στον Όρθρο της Μ. Πέμπτης

Αφιερωμένο στον καθηγητή Ι. Κορναράκη*

Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που έζησε δίπλα σ’ έναν τόσο ξεχωριστό δάσκαλο (δεν είχε καταλάβει βέβαια ότι ήταν ο υιός του Θεού) μπόρεσε να τον προδώσει. Κι όχι απλώς τον πρόδωσε, αλλά τον οδήγησε στο μαρτύριο. Κι επειδή δεν μπορούμε να καταλάβουμε πως συνέβη αυτό, μείναμε εμβρόντητοι μπροστά στο γεγονός ότι ένας μαθητής, όλα αυτά που άκουσε, όλα αυτά που είπε, όλα αυτά που ψηλάφησε, τ’ άφησε στην άκρη κι επικράτησε μέσα του το φαρμάκι της προδοσίας. Στα τροπάρια που ακούσαμε αποδίδονται πολλές κατηγορίες στον Ιούδα. Όμως, θα πρέπει να διερευνήσουμε λίγο την ψυχή του. Γιατί ίσως αύριο ο Ιούδας να είμαστε εμείς. Ίσως να έχουμε υπάρξει κιόλας κάποια φορά στη ζωή μας.


Λέγεται πως ήταν ένας άνθρωπος που είχε επαναστατικές αντιλήψεις. Ήθελε, δηλαδή, να δει κάποια στιγμή τον λαό του να απελευθερώνεται, ήταν σίγουρος ότι ο λαός του Ισραήλ επρόκειτο να κυβερνήσει τον κόσμο. Ούτως ή άλλως, η μεσσιανική αντίληψη των Εβραίων αυτή ήταν, ότι κάποια στιγμή ο Μεσσίας θα εγκαθιδρύσει ένα παγκόσμιο κράτος θρησκευτικής και κοσμικής βασιλείας. Ο Ιούδας, λοιπόν, ονειρευόταν ότι θα μετείχε σε αυτή την κίνηση που κάποια στιγμή θα φανέρωνε τον Μεσσία, θα ανέτρεπε τους Ρωμαίους που επικρατούσαν σ’ όλη την Μεσόγειο και στην Παλαιστίνη, κι έτσι θα ’ρχόταν μια καινούρια εποχή γι’ αυτούς. Φαίνεται πως αρχικά πίστεψε πως ο Χριστός ήταν αυτός ο Μεσσίας. Ένας ηγέτης που θα στεφανωνόταν βασιλιάς του Ισραήλ, θα εκπλήρωνε τις προφητείες, έτσι τουλάχιστον όπως τις φανταζόντουσαν οι Εβραίοι. Να έρθει δηλαδή, ένας βασιλιάς κραταιός, ένας Μεσσίας εξουσιαστής, άρχων των πάντων. 


 Μπορούμε να τον φανταστούμε καθώς ακολουθεί τον Χριστό, ένας απ’ τους δώδεκα, με περισσό ζήλο, κι έχει το ταμείο, κι είχε και το πάθος της φιλοχρηματίας, να προσπαθεί να συμμετέχει όσο περισσότερο γίνεται στα δρώμενα. Νιώθει έναν τεράστιο ενθουσιασμό. «Ο χρόνος των Ρωμαίων είναι μετρημένος». Νιώθει μια μεγάλη χαρά. «Σε λίγο θα κυβερνάει, κι εγώ θα είμαι ένας από τους εκλεκτούς. Ένας δίπλα στον μεγάλο δάσκαλο». Μπορούμε να φανταστούμε όμως και την απογοήτευσή του. Ο δάσκαλος κάπως στραβά τα λέει. Εκείνος φαντάζεται δύναμη και εξουσία. Κι ο δάσκαλος λέει ότι όποιος θέλει να είναι πρώτος να ’ναι τελευταίος. Εκείνος φαντάζεται δύναμη και δόξα μεγάλη. Κι Εκείνος πλένει τα πόδια των μαθητών και λέει «όποιος θέλει να είναι μεγάλος θα ’ναι δούλος όλων». Εκείνος ονειρεύεται ότι κάποια στιγμή ο νόμος των Εβραίων θα βασιλεύει παντού, ακόμα και στους Ρωμαίους που τώρα τους καταδυναστεύουν. Κι όμως ο Χριστός ήρθε κι ανατρέπει κάθε μέρα τον νόμο. Και κάθε μέρα εισπράττει μια μεγάλη απογοήτευση. Ανάποδα τα λέει ο Χριστός, στραβά τα λέει. Πουθενά δεν μιλάει για εξουσία, πουθενά δεν μιλάει για δύναμη, πουθενά δεν φέρεται έτσι. Φανταζόμαστε την απογοήτευσή του όλο και περισσότερο να μεγαλώνει. 


 Το ότι έπαιρνε χρήματα από το ταμείο, όπως λέει ο ευαγγελιστής, ίσως να έγινε σε αυτά τα πλαίσια της απογοήτευσης. Σαν κι εμάς που όταν χάνουμε τα ιδανικά, τις αξίες μας, την πίστη μας, πάμε να γεμίσουμε το κενό με τα χρήματα και τα υλικά. Μπορούμε να τον φανταζόμαστε να τρέχει, να ζητάει δεξιά κι αριστερά λεφτά από γνωστούς του εβραίους «δώστε λεφτά για την υπόθεσή μας, δώστε χρήματα για τον δάσκαλο, εμείς θα φέρουμε την αλλαγή». Κι όταν απογοητεύεται, παίρνει από αυτά τα λεφτά. Την ημέρα που φτάνει να προδώσει τον Χριστό είναι ένας απογοητευμένος άνθρωπος. Μα δεν έχει καταλάβει τίποτα από όσα έχει ακούσει. Μοιάζει σαν κι αυτούς τους δύστυχους που την ημέρα που έμπαινε ο Χριστός στα Ιεροσόλυμα ζητωκραύγαζαν και λίγες μέρες μετά φώναζαν «άρον, άρον σταύρωσον αυτόν». Αυτό έκανε κι ο Ιούδας. Το ότι παίρνει κάποια χρήματα και το ότι υπάρχει αμοιβή για να δώσουν στον προδότη, δεν είναι αυτό που τον ενδιαφέρει. Είναι πληγωμένος. Κι ο πληγωμένος εγωισμός θέλει εκδίκηση. Ο πληγωμένος εγωισμός ζητάει το δίκιο του. Το κατά κόσμον δίκιο. Με πρόδωσε ο δάσκαλος. Δεν του είχε υποσχεθεί τίποτα ο Χριστός. Ξέρουμε από το ευαγγέλιο, ότι από την αρχή άλλα έλεγε. Εκείνος δεν καταλάβαινε. 


Σαν και τους άλλους που φώναζαν ωσαννά. Σαν κι εμάς που Τον υποδεχόμαστε στη ζωή μας με τέτοιο ενθουσιασμό κι ύστερα Τον προδίδουμε για να γκρινιάξουμε πάλι για τα ίδια και τα ίδια τα δικά μας «δεν έχω, δεν έφτιαξα, δεν έκανα, δεν μου έδωσε», τα ίδια και τα ίδια. Μικροί Ιούδες γινόμαστε κι εμείς. Το κακό είναι ότι προδίδουμε τον εαυτό μας. Ο Χριστός δεν έπαθε τίποτα. Μες το σχέδιο της οικονομίας Του ήταν να σταυρωθεί. Δεν ήταν όμως να Τον προδώσει ο Ιούδας. Θα μπορούσε να μην Τον είχε προδώσει. Ο Ιούδας μόνο τον εαυτό του πρόδωσε. Και δεν Τον πρόδωσε μία, αλλά δυο φορές. Μία που παρέδωσε τον δάσκαλο και μία που δεν μπόρεσε να μετανοήσει.

Κι εδώ είναι κάτι που πρέπει πάρα πάρα πολύ να το προσέξουμε. Ο Πέτρος με τον οξύθυμο χαρακτήρα πρόδωσε τρεις φορές τον Χριστό. Κι ένα σωρό φορές Του πήγε κόντρα. Πάντα μετανοούσε όμως. Πάντα έβλεπε το λάθος του. Και πάντα αυτό τον γέμιζε με περισσότερο πόθο να προχωρήσει μπροστά. Ο Ιούδας μια φορά πρόδωσε. Κι ήταν τόσο μεγάλος ο εγωισμός του που πνίγηκε στις ενοχές του και πήγε και κρεμάστηκε. Τραγικό ενοχικό αρχέτυπο ο Ιούδας. Τραγικό. Πολλές φορές του μοιάζουμε. Κάνουμε κάποια αμαρτία, κάνουμε κάποιο λάθος, κάνουμε κάποια προδοσία κι ύστερα βυθιζόμαστε στις ενοχές. Κι αντί να καταλάβουμε το λάθος μας κι εμείς πνιγόμαστε. Κι αν δεν κρεμαστούμε, πνιγόμαστε μέσα στην θλίψη, στην οργή, στα νεύρα, στα χάλια μας. 

 
Τραγικό ενοχικό αρχέτυπο ο Ιούδας. Όλη μας η ζωή θα πρέπει να είναι μια προσπάθεια να μην του μοιάσουμε. Γιατί σε πολλά του μοιάζουμε. Τον κατηγορήσαμε πολύ, αλλά είναι κομμάτι από τον εαυτό μας. Κι εμάς μας δόθηκε να είμαστε δίπλα στον Θεό. Κι εμάς μας δόθηκε η ελευθερία του να μπορούμε ν’ αγαπήσουμε, να δεχτούμε τον άλλο, να καταλάβουμε το σωστό. Μήπως όταν ζούμε αχάριστα την ημέρα, δεν προδίδουμε τον Χριστό; Όταν σπαταλάμε την ζωή μας, που μας δωρήθηκε μοναδικά, δεν προδίδουμε τον Χριστό; Όταν κάνουμε τα  λάθη μας και μετά βουλιάζουμε στον εγωϊσμό μας δεν προδίδουμε τον Χριστό; 

Αν ο Ιούδας είχε μετανοήσει, θα ήταν αυτός ο μέγιστος απόστολος κι όχι ο Παύλος. Θα ήταν μεγαλύτερος από τον Παύλο. Γιατί η δύναμη της μετανοίας του θα τον καθόριζε και θα τον οδηγούσε σ’ όλη του την ζωή. Όπως τόσοι και τόσοι άγιοι της εκκλησίας μας, που πριν ήταν τελώνες, ληστές, πόρνες, απατεώνες και μετά γίναν άγιοι κι έσωσαν χιλιάδες. Τραγική φιγούρα ο Ιούδας. Αυτοκτόνησε. Αυτοκτόνησε και αυτοί που του έδωσαν τα λεφτά, καταραμένο τον θεωρούσαν. Επονείδιστος έμεινε ο καϋμένος σ’ όλη την ιστορία.

Ας πάρουμε ένα μεγάλο δίδαγμα απ’ αυτόν. Να καταλάβουμε ότι τον κουβαλάμε μέσα μας. Να τον ανιχνεύσουμε στον νου, στην ψυχή και στις πράξεις μας. Και κάθε φορά που κάνουμε κάτι ανάλογο μ’ αυτόν, να λέμε: «μνήσθητί μου Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου». Σώθηκε ο ληστής στον σταυρό και πέθανε ο Ιούδας. Σώθηκε εκείνος που έβριζε τον Χριστό και πέθανε εκείνος που αγάπησε τον Χριστό. Σώθηκε αυτός που ’χε κάνει τόσα εγκλήματα και αυτοκτόνησε αυτός που είχε ακούσει λέξη προς λέξη τον Λόγο. Γι’ αυτό μην ερχόμαστε μετά και λέμε «α, εγώ είμαι στην εκκλησία, είμαι σίγουρος». Κανείς δεν είναι σίγουρος. Ο Ιούδας Τον άκουσε, Τον είδε, Τον άγγιξε, γέλασε μαζί Του, προσευχήθηκε μαζί Του. Άκουσε να ερμηνεύει τον νόμο. Και δεν κατάλαβε τίποτα.

Εμείς κινδυνεύουμε πολύ περισσότερες φορές. Να παρακαλούμε τον Θεό να μας δίνει δύναμη ποτέ να μην προδώσουμε τον Χριστό. Κι όταν Τον προδίδουμε ας είναι η πτώση μας εφαλτήριο για την άνοδό μας. Να πέφτουμε, να σηκωνόμαστε κι η χάρις του Θεού πάντοτε να μας σκεπάζει. Αμήν.