ΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ


Αρ­χιμ. Σω­φρο­νί­ου Σα­χά­ρωφ
    

«Ι­δού νε­φέ­λη φω­τει­νή ε­πε­σκί­α­σεν αυ­τούς, και ι­δού φω­νή εκ της νε­φέ­λης λέ­γου­σα· ού­τός ε­στιν ο υι­ός μου ο α­γα­πη­τός, εν ω ευ­δό­κη­σα· αυ­τού α­κού­ε­τε» (Ματθ. ι­ζ’ 5, Μαρκ. θ’ 7, Λουκ. θ’ 35).



Με την ευ­και­ρί­α της με­γά­λης πα­νη­γύ­ρε­ως της Εκ­κλη­σί­ας, πα­νη­γύ­ρε­ως η ο­ποί­α α­νά­λο­γα με τον βαθ­μό της προ­σέγ­γι­σής μας ό­σο πλη­σι­ά­ζου­με το τέ­λος της ε­πί­γειας ζω­ής μας ό­χι μό­νο δεν ε­λατ­τώ­νε­ται, αλ­λ’ α­κα­τά­παυ­στα αυ­ξά­νει σε δύ­να­μη και σπου­δαι­ό­τη­τα μέ­σα μας, ξε­χνών­τας κα­τά κά­ποι­ον τρό­πο την α­δυ­να­μί­α μας, τολ­μού­με να ο­μι­λή­σου­με για το α­πρό­σι­το και α­νέ­σπε­ρο Φως που ε­ξέ­λαμ­ψε στο Θα­βώρ.



Σας πα­ρα­κα­λώ, πα­ρα­βλέψ­τε κα­τά την ώ­ρα αυ­τή τη μη­δα­μι­νό­τη­τά μου- κλεί­στε τα μά­τια σας στην α­μά­θεια και στο ά­κομ­ψο του λό­γου μου, μάλ­λον δε, αν εί­ναι δυ­να­τόν, θε­ω­ρή­στε με σαν έ­ναν α­πό τους φύ­λα­κες του ό­ρους Ε­φραίμ, που α­να­βο­ού­σαν: «Ε­γερ­θή­τε, και α­να­βώ­μεν εις την Σι­ών προς Κύ­ριον τον Θε­όν η­μών».