Εκκλησία, ο χώρος της ἐκπληξης


Ζώντας μέσα στην Εκκλησία, εκπλήττεσαι. Δεν πλησιάζεις το μυστήριο της ζωής διανοητικά. Γνωρίζεις τον Θεό ως πλησμονή αγάπης, αλή­θειας και κάλλους. Βαφτίζεσαι ολόκληρος στα νάματα της Χάριτος.
Γνωρίζουμε την άφατη αγάπη του Θεού: Γίνε­ται άνθρωπος. Ταπεινώνεται. Θυσιάζεται. Δεν κρίνει κανένα. Δέχεται να κριθεί από όλους. Τα πάντα υπομένει για να σώσει τον άνθρωπο, για να σώσει την ελευθερία του. Παραξενεύεσαι και μένεις άφωνος μπροστά σ' αυτή την ταπείνωση, το έλεος, τη φιλανθρωπία.
Βλέπεις πώς επεμβαίνει. Δεν τιμωρεί τον αδύνατο. Αίρει την αμαρτία του κόσμου. Κα­τακρίνει την αμαρτία εν τη εαυτού σαρκί. Σε εκπλήττει με τη συμπεριφορά Του.
Είναι ο Παντοκράτωρ και παντοδύναμος. Πο­λιτεύεται ως αδύνατος και ανύπαρκτος, για να μπορέσει να αναπτυχθεί ο άνθρωπος.
Φεύγει από αγάπη. «Συμφέρει ὑμῖν ἴνα ἐγώ ἀπέλθω». Και την ίδια στιγμή είναι ο αοράτως παρών πού τα κάνει όλα για τη σωτηρία όλων.Είναι ο προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος και διαδιδόμενος για τη σω­τηρία του σύμπαντος κόσμου. Η διαγωγή Του μας κρίνει.
Μέγα το μυστήριο του Θεού. Μέγα το μυστή­ριο του άνθρωπου· του μικρού, του άρρωστου, φυλακισμένου και ξένου.
Είναι Θεός και γίνεται άνθρωπος. Είναι Θεάν­θρωπος και ομολογεί: «Εγώ ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος». Ταπεινώνεται. Πάει πιο κάτω από τον άνθρωπο. Θέλει να σώσει τον περιφρονημένο και ελάχιστο, θέλει να θεώσει το ανθρώπινο.
Δεν είναι άλλο η ομολογία της θεϊκής δυνά­μεως και του κύρους, και άλλη η συντριβή της ταπεινώσεώς Του. Το «εγώ ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος» λέει δια της διαγωγής του ξεκάθα­ρα: Εγώ είμαι Θεός και όχι άνθρωπος.
Μόνον ένας Θεός μπορεί τόσο να ταπεινωθεί και να φανερώσει τη θεϊκή δόξα της ταπεινώσεως.
Αρχιμ. Βασίλειος

(Προηγούμενος Ι.Μ. Ιβήρων)